Sunday, December 23, 2007

The Matrix 1

“No one can be told what the matrix is. You have to see it yourself”. Αυτή είναι μια φράση από την πρώτη ταινία της τριλογίας του “Matrix” που έκανε παγόσμια επιτυχία.
Η περίληψη της ταινίας είναι περίπου η εξής: Το 1999 οι μηχανές με τεχνητή νοημοσύνη κύρηξαν πόλεμο στους ανθρώπους. Οι άνθρωποι για να τις εμποδίσουν «έκαψαν» τον ουρανό αποκλείοντας τις ακτίνες του ήλιου να φτάσουν στη γη. Οι μηχανές για βρούν την πηγή ενέργειας που τους έλειπε αιχμαλώτισαν τους ανθρώπους, που το ίδιο τους το σώμα παράγει ενέργεια όση και μια μπαταρία των 12V. Για να κρατήσουν το ανθρώπινο μυαλό υπό έλεγχο δημιούργησαν το “Matrix” μια εικονική πραγματικότητα μέσα στην οποία ζουν φυλακισμένοι οι άνθρωποι. Όμως μερικοί άνθρωποι έχουν ξεφύγει από το “Matrix” και πολεμούν τις μηχανές σε ένα πόλεμο που κρατάει εδώ και 100 χρόνια. Στην ταινία βλέπουμε τις προσπάθειες ενός από αυτούς του ανθρώπους (του Μορφέα) που προσπαθεί να βρει τον εκλεκτό που θα τους απελευθερώσει από τις μηχανές (τον Νίο).
Παρόλο που η ταινία έχει έντονα χολυγουντιανά στοιχεία και πάρα πολλά ειδικά εφέ εντούτοις θίγει πολλά φιλοσοφικά προβλήματα. Ένα από αυτά είναι το θέμα της αλήθειας και της πραγματικότητας.
“What is real? How do you define real? If real is what you see, you smell, taste, hear and touch, then real is electrical signals interpreted by your mind”. Εδώ ο Μορφέας προσπαθόντας να εξηγήσει πως λειτουργεί το “Matrix” θέτει το ερώτημα του αληθινού και της πραγματικότητας.
Αν το αναλύσουμε και στην πραγματική μας ζωή θα δούμε ότι κάτι παρόμοιο συμβαίνει. Ενώ στο “Matrix” τα ηλεκτρικά σήματα μπαίνουν μέσω καλωδίου στον νωτιαίο μυελό και μετά ερμηνεύονται από τον εγκέφαλο, στην πραγματική ζωή συλλαμβάνουμε τον εμπειρικό κόσμο μέσω των αισθητηρίων οργάνων που στέλνουν ηλεκτρικά σήματα στον εγκέφαλο. Με άλλα λόγια την δουλειά του “Matrix” την κάνουν τα αισθητήρια όργανα.
Μπορούμε να έχουμε εμπιστοσύνη στα αισθητήρια όργανα; Αμφιβάλω. Διότι ας θυμηθούμε το αρχαίο ρητό «νούς ὁρᾶ καί νούς ἀκούει» και θα καταλάβουμε ότι τα αισθητήρια όργανα δεν βλέπουν από μόνο τους αλλά η εικόνα που σχηματίζεται είναι η εικόνα που ερμηνεύει ο εγκέφαλος. Το ίδιο περίπου είπε και ο Berkley όταν μιλούσε ότι στον εγκέφαλο μας δεν υπάρχει το δέντρο αυτούσιο αλλά μόνο η ιδέα του εννοώντας ότι δεν βλέπουμε τα πράγματα αυτά καθ’ εαυτά αλλά την εικόνα που ερμηνεύει ο εγκέφαλος μας.
Αν τα αισθητήρια μας όργανα ήταν αντικιμενικά τότε, λογικά, εφόσον διαθέτουμε τα ίδια αισθητήρια όργανα (σε όλους τα μάτια λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο), θα έπρεπε να βλέπαμε τα ίδια πράγματα ακριβώς. Αλλά σε αυτήν την περίπτωση δεν θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε τις οφθαλμαπάτες, τους σχιζοφρενείς και τους πάσχοντες από αχρωματοψία.
Στις οφθαλμαπάτες ο εγκέφαλος δημιουργεί, χωρίς να υπάρχει ηλεκτρικό σήμα από τα μάτια μια εικόνα και την προβάλει. Η εικόνα είναι τόσο πιστευτή για τον λόγο ότι δεν χρειάζονται αισθητήρια όργανα για να δούμε αλλά εγκεφαλική δραστηριότητα. Οι σχιζοφρενείς μπορούν να ορκιστούν ότι βλέπουν ανθρώπους που δεν υπάρχουν ή ότι έζησαν στιγμές που δεν υπήρξαν ποτέ. Και σε αυτήν την περίπτωση ο εγκέφαλος, έστω από δυσλειτουργία, προβάλει εικόνες που δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα. Τέλος οι πάσχοντες από αχρωματοψία βλέπουν διαφορετικά χρώματα λόγω δυσλειτουργίας των ματιών τους. Αλλά ακόμη κι έτσι ο εγκέφαλος βλέπει αλλοιωμένα ηλεκτρικά σήματα που ερμηνεύονται διαφορεικά.
Ακόμη πιο τρανταχτό είναι το σημείο όταν τραβάνε τον Νίο μέσα από το “Matrix” στον πραγματικό κόσμο. Εκεί ρωτάει τον Μορφέα γιατί τον πονάνε τα μάτια του. «Δεν τα έχεις χρησιμοποιήσει ποτέ» του απαντάει ο Μορφέας θέλοντας να δείξει ότι ολόκληρη η ζωή του ήταν τίποτα άλλο παρά ηλεκτρικά σήματα του “Matrix” στον εγκέφαλο του και δεν είχε την δυνατότητα ούτε καν να δει στην πραγματικότητα.
“You have the look of a man who accepts what he sees because he’s waiting to wake… Have you ever had a dream Neo that you were so sure it was real? What is the difference between a dream and what is real? If you were unable to wake, how would you know that it is a dream”? Η πιο τρανταχτή απόδειξη της ανεπάρκειας των αισθητηρίων οργάνων είναι το θέμα των ονείρων. Πως μπορούμε να πούμε ότι ένα όνειρο είναι πράγματι όνειρο; Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχουν εικόνες που προβάλλονται στον εγκέφαλο. Και οι δύο μπορούν να είναι τόσο πειστικές ώστε να μπερδέψουμε το όνειρο με την πραγματικότητα. Αλλά αν όντως δεν μπορούσαμε να ξυπνήσουμε από ένα όνειρο ή αν θα μπορούσαμε να ξυπνήσουμε από την πραγματικότητα ποια θα ήταν η διαφορά τους;
Ας αναλογιστούμε επιπλέον το περιεχόμενο των ονείρων μας και ίσως δούμε την διαφορά. Σκέφτείτε όλα τα τρελά όνειρα που έχετε δει και που δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα. Αν, για παράδειγμα, δω στον ύπνο μου ότι πετάω στα σύννεφα γιατί δεν μπορώ να καταλάβω ότι αυτό είναι αδύνατον στην πραγματικότητα με συνέπεια να ξυπνήσω. Ο Μορφέας λέει ότι δεχόμαστε το περιεχόμενο των ονείρων μας διότι περιμένουμε να ξυπνήσουμε. Αλλά μήπως και η πραγματικότητα είναι τελικά παράλογη αλλά την δεχόμαστε γιατί περιμένουμε να ξυπνήσουμε;
“How did I beat you Neo? Do you think that I won you because I’m faster or stronger? Do you think, in this place, that is has to do with my muscles? Do you think it is air you’re breathing? Free your mind Neo” λέει ο Μορφέας στον Νίο όταν τον νικάει σε μια μάχη σώμα με σώμα σε ένα κόσμο παρόμοιο με το “Matrix”. Τελικά η ταινία δίνει μια απάντηση στο ερώτημα «τι είναι αληθινό». Και η απάντηση είναι το μυαλό. Σε ένα κόσμο όπως το “Matrix”, όπου τίποτα δεν είναι αληθινό όπως το ξέρουμε, το μόνο που ισχύει είναι η δύναμη του μυαλού. Αφού μόνο ο εγκέφαλος ισχύει τότε ότι γίνεται μέσα στο “Matrix” είναι καθαρά εγκεφαλικό θέμα. Αλλά αφού όπως είπαμε «νούς ὁρᾶ καί νούς ἀκούει» τότε ακόμη και στην πραγματικότητα τα πάντα είναι μέσα στο μυαλό μας.
Που καταλήγουμε; Ότι για να υπάρξει οποιαδήποτε εικόνα, είτε αληθινή είτε ψεύτική χρειάζεται η απαραίτητη λειτουργία του εγκεφάλου, διότι αν δεν υπήρχε εγκέφαλος τότε δεν θα υπήρχε καμία εικόνα από ηλεκτρικά σήματα. Αυτό θυμίζει έντονα (ύποπτα έντονα) το cogito ergo sum του Ντε Καρτ. Απαραίτητος όρος ύπαρξης μας είναι η σκέψη, όχι ως νόηση όμως (μας λέει η ταινία εμμέσως) αλλά ως εγκεφαλική δραστηριότητα. Διότι αν εγώ μπορώ να έχω κάποια εικόνα στον εγκέφαλο μου, αυτό προυποθυέτει την ίδια την ύπαρξη του εγκεφάλου και κατά συνέπεια της προσωπικής μου ταυτότητας.
Φυσικά αν το πρόβλημα όμως είναι στον εγκέφαλο τότε η επόμενη λογική ερώτηση είναι μέχρι που μπορούμε να φτάσουμε. Μπορούμε με την δύναμη του εγκεφάλου να αψηφήσουμε την βαρύτητα; Μπορούμε με την δύναμη του εγκεφάλου να είμαστε πιο γρήγοροι και πιο δυνατοί; Στο “Matrix” σίγουρα, τουλάχιστον έτσι μας το δίνει η ταινία με τον όρο ότι το “Matrix” είναι μια εικονική πραγματικότητα που οι νόμοι της είναι τεχνητοί και μπορούν να καμφθουν ή να σπάσουν με την δύναμη του μυαλού. Στα όνειρα συμβαίνει το ίδιο. Μπορούμε να τρέξουμε πιο γρήγορα από ότι συνήθως, να είμαστε πιο δυνατοί και να έχουμε περισσότερες ικανότητες.
Γιατί δεν συμβαίνει το ίδιο και στην πραγματικότητα τότε; Η ταινία απαντάει λέγοντας ότι τα μυαλά μας, επειδή θεωρούν ότι οι νόμοι είναι πραγματικοί, δεν είναι ελεύθερα και δεν μπορούν να ξεδιπλώσουν τις πραγματικές τους ικανότητες. Όταν πάψουμε να πιστεύουμε στην πραγματικότητα τότε ίσως να ελευθερώσουμε τα μυαλά μας. Αυτό θέλει να πει ένα μικρό παιδάκι που λύγιζε κουτάλια μπροστά από τον Νίο, λέγοντάς του “Don’t try to bend the spoon. It’s impossible. Instead try to realize the truth. There is no spoon. Then you will see that it is not the spoon that bends, it is only yourself”.
Μια ακόμη ωραία φράση για “Matrix” λέει ο πράκτορας Σμιθ (που είναι μέρος του “Matrix”) στον αιχμάλωτο Μορφέα. “When the “Matrix” was first built, it was supposed to be a place of happiness for the people. It ended with failure, every man was trying to be unplugged with the system, no one was accepting it. Somehow people tend to connect reality with pain and displeasure”. Ο Σμίθ εδώ αναφέρει ότι στην αρχή το “Matrix” φτιάχτηκε για την ευτυχία των ανθρώπων, ένα ψεύτικο κόσμο ευτυχίας. Κανένας δεν δεχόταν το πρόγραμμα διότι όλοι άνθρωποι συνδέουμε την πραγματικότητα με τον πόνο και την δυστυχία. Μια κλασσική θέση του Σοπενάουερ και βασική διδαχή του βουδισμού. Η Ύπαρξη είναι πόνος. Σίγουρα αν σκεφτούμε ότι για κάθε καλό που μας συμβαίνει τσιμπούμε τον εαυτό μας για να δούμε αν ονειρευόμαστε.
Περισσότερο προβληματισμό υπάρχει μια δήλωση που ακούγεται από ένα δευτερεύον πρόσωπο στην ταινία. «Πως ξέρουν οι μηχανές τι γεύση έχει το κοτόπουλο για να το στέλνουν μέσω ηλεκτρικών σημάτων στον εγκέφαλο μου; Κι αν τα έχουν μπερδέψει και την γεύση του κοτόπουλου την έβαλαν στα δημητριακά και της γεύση δημητριακών στο κοτόπουλο; Για αυτό το κοτόπουλο μπορεί να οποιαδήποτε γεύση στην πραγματικότητα».
Θα μπορούσαμε να πούμε κι άλλα τόσα για το πρόβλημα της πραγματικότητας στο “Matrix” αλλά αυτά είναι τα πιο βασικά. Το σίγουρο πάντως είναι ότι η ταινία προσφέρει πολύ υλικό για ακόμη περισσότερο προβληματισμό.

Thursday, December 20, 2007

Η Πεμπτουσία της Ευδαιμονιας:

«Ἒστιν ἂρα ἡ ἀρετή ἒξις προαιρετική, ἒν μεσότητι οὓσα, τῆ πρός ἠμάς ὀρισμένῃ λόγῳ, ὣς ἂν ὁ φρόνιμος ὀρίσειεν». Αυτός είναι ο πολύ ωραίος ορισμός της ηθικής αρετής σύμφωνα με τον Αριστοτέλη. Αρετή είναι ένα προαιρετικό απόκτημα που βρίσκεται μεταξύ υπερβολής και ελλείψεως, ορίζεται επι τη βάσει των λογικών αρχών και την ορίζει ο φρόνιμος άνθρωπος, όπου φρόνιμος άνθρωπος ισοδυναμεί με αυτόν που η ίδια η κοινωνία, μέσω ατύπων και ανεπίσημων διαδικασιών τον αναγνωρίζει σαν φρόνιμο και ενάρετο.
Που συντελεί η ηθική κατά τον Αριστοτέλη; Συντελεί στο υπέρτατο και έσχατο αγαθό που σύμφωνα με τον Αριστοτέλη είναι η Ευδαιμονία. Η πεμπτουσία της ευδαιμονίας σύμφωνα με τον Αριστοτέλη είναι δύσκολη διότι διαφορετικά όλοι θα ήταν ευδαίμονες και κατόπιν διερρωτάται: Μήπως είναι οι υλικές ηδονές η ευδαιμονία; Μήπως είναι τα πλούτη και οι τιμές; Μήπως είναι η αρετή; Ο Αριστοτέλης προτείνει την αρετή ως την πεμπτουσία της ευδαιμονίας διότι είναι το δυσκολότερο από όλα.
Δύο ερωτήματα προκύπτουν από αυτό. Μπορεί ένας ενάρετος άνθρωπος να μην είναι ευδαίμων; Μπορεί ένας ευδαίμων άνθρωπος να μην είναι ενάρετος; Το σκεπτικό του ενός ερωτήματος αποκλείει το σκεπτικό του άλλου ερωτήματος. Αφού η αρετή είναι ένα φιλοσοφικό πρόβλημα και κατ’ επέκταση μη αποδείξιμο, τότε κανείς δεν μπορεί να πει ότι είναι ενάρετος. Άρα δεν είναι και ευδαίμων. Είναι η ευδαιμονία ουτοπικό αγαθό; Όχι διότι ο ίδιος ο Αριστοτέλης μιλάει για καθαρά πρακτική πλευρά της ευδαιμονίας. Αν αναθεωρήσουμε αυτό το σκεπτικό, αφήνοντας στην άκρη συλλογισμους της θεωρητικής ηθικής και υποθέσουμε ότι η αρετή είναι κάτι που αποκτιέται τότε πρέπει να απαντήσουμε στο πρώτο ερώτημα. Μπορεί ένας ενάρετος άνθρωπος να είναι πάντα ευδαίμων; Φυσικά και όχι. Διότι πάντα κάποιος λιγότερο ενάρετος μπορεί να εκμεταλλευτεί τον ενάρετο άνθρωπο και να του στερήσει την ευδαιμονία του.
Μήπως τελικά η πεμπτουσία της ευδαιμονίας δεν είναι η αρετή; Μήπως τελικά η αρετή δεν είναι μόνο ένας δρόμος μέσα από τον οποίο πρέπει να διέλθουμε για να αποκτήσουμε την ευδαιμονία που όμως δεν ταυτίζεται και με τον τελικό προορισμό της;
Διαφορετικές εκδοχές πρότειναν τόσο ο Πλάτωνας όσο και οι Στωικοί. Ο Πλάτωνας πρότεινε ότι ευδαιμονία είναι η θέαση των ιδεών και πιο συγκεκριμένα στην Ιδέα των ιδεών, την ιδέα του Αγαθού. Αυτό όμως συνέτεινε να υποβαθμίσει ο Πλάτων το σώμα και τις υλικές ηδονές επειδή οι ιδέες του και ο κόσμος των ιδεών είναι κατ’ εξοχήν πνευματικός. Ο Πλάτων αφήνει απ’ έξω το σώμα στην Ευδαιμονία του.
Οι στωικοί πίστευαν ότι η πεμπτουσία της Ευδαιμονίας είναι η απάθεια από το «α» στερητικό και πάθη. Στόχος των στωικών ήταν να ζουν χωρίς πάθη, με απόλυτη ηρεμία και αταραξία. Αυτή η εσωτερική απάθεια που ένιωθαν πίστευαν ότι ήταν η πεμπτουσία της ευδαιμονίας τους, μιας κατάστασης χωρις ψυχικά πάθη.
Πιο κοντά στην πραγματικότητα βρίσκονται οι κυνικοί. Για τους κυνικούς ευδαιμονία ισοδυναμεί με αυτάρκεια. Το να μπορείς να ικανοποιείς μόνος σου της ανάγκες σου είναι για τους κυνικούς το υπέρτατο αγαθό.
Όμως για να μπορούμε να πουμε τελικά ποιος έχει το περισσότερο δίκιο θα πρέπει να δώσουμε τουλάχιστον τα χαρακτηριστικά εκείνα που χαρακτηρίζουν την ευδαιμονία ώστε να μπορέσουμε να δουμε ποιο φιλοσοφικό ρεύμα έχει την μεγαλύερη ακρίβεια.
Ευδαιμονία είναι μια κατάσταση πληρότητας, ευτυχίας και ευημερίας. Η Ευδαιμονία σχετίζεται με τον άνθρωπο αυτόν καθ’ εαυτόν και τον αφορά ως ψυχοσωματική ολότητα, σε κάθε πτυχή της ζωής του. Η Ευδαιμονία είναι ο προορισμός του ανθρώπου, ο σκοπός της ζωής του θα μπορούσαμε να πούμε. Μια ιδανική κατάσταση για να ζεις.
Αυτό το οποίο δεν είναι και τόσο καθαρό, αλλά το έχουν συλλάβει οι κυνικοί και οι στωικοί σε αντίθεση με τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη είναι ότι η Ευδαιμονία σχετίζεται, ως ένα μέρος της, με τις επιθυμίες του κάθε ανθρώπου. Πότε είμαι ευτυχισμένος; Όταν ικανοποιούνται οι επιθυμίες μου. Πότε είμαι δυστυχισμένος; Όταν οι επιθυμίες μου μένουν απραγματοποίητες;
Οι στωικοί σκέφτηκαν ότι η απάθεια μπορέι να μας σώσει από τις επιθυμίες μας με δύο προοπτικές. Πρώτον το να ζούμε χωρίς πάθη μας γλιτώνει από πολλές επιπρόσθετες επιθυμίες. Παράδειγμα το πάθος της λαιμαργίας μας επιβάλλει την πρόσθετη επιθυμία του φαγητού. Όταν ζούμε χωρίς πάθη όμως οι πρόσθετες επιθυμίες εξαφανίζονται. Όμως τι γίνεται όταν οι λογικές μου επιθυμίες δεν ικανοποιούνται; Πάλι με την απάθεια μπορώ να ελέγξω το μέγεθος της δυστυχίας μου και να μην αποκλείνω πολύ από την κατάσταση ευδαιμονίας.
Κάτι ανάλογο έχει προτείνει και ο κυνισμός. «Πότε δεν ικανοποιούνται οι επιθυμίες μου»; Σκέφτηκαν οι κυνικοί; Μόνο όταν εξαρτώνται από άλλους και είτε κάποιος απλά δεν ικανοποιεί την επιθυμία μου ή παρεμποδίζει την ικανοποίηση της, είτε η ηθική δεν μπου επιτρέπει η επιθυμία μου να πραγματοποιηθεί. Σε αυτή την περίπτωση ο μόνος τρόπος για να ικανοποιώ τις επιθυμίες μου είναι να βασιστώ μόνο σε μένα και σε κανέναν άλλο. Αφού εγώ θέλω και μπορώ να ικανοποιώ τις επιθυμίες μου, γιατί αυτό βασικά είναι το κύριο στοιχείο της αυτάρκειας, και επειδή το αντίθετο θα ήταν παρανοικό, άρα είμαι και ευδαίμων.
Σε άλλη προοπτική επιθυμιών ωρίσκεται ο Βουδισμός και ο ιδρυτής του ο Σιντάρτα, του οποίου ο συλλογισμός μπορέι να συνοψισθεί σε μία μόνο γραμμή: «Αν επιθυμίες είναι ευτυχία και δυστυχία, τότε ευτυχία είναι καμία επιθυμία». Κάθε επιθυμία έχει δύο δυνατότητες, έχουμε πει. Η δυνατότητα της ευτυχίας (αν εκπληρωθεί) και την δυνατότητα της δυστυχίας (αν δεν εκπληρωθεί). Ο Σιντάρτα προτείνει να αποφεύγουμε την δεύτερη δυνατότητα αποκλείοντας τις επιθυμίες. «Όσο λιγότερα επιθυμώ, τόσο πιο εύκολα θα τα αποκτήσω, τόσο περισσότερο θα είμαι ευδαίμων. Όσο περισσότερα επιθυμώ, τόσο γίνομαι σκλάβος των επιθυμιών μου, τόσο περισσότερο δεν θα μπορώ να τις εκπληρώσω, τόσο περισσότερο θα είμαι δυστυχισμένος. Αν δεν επιθυμώ τίποτα, τότε είμαι απόλυτα ελεύθερος και απόλυτα ευδαίμων».
Δεν μπορώ σε αυτή την περίπτωση να μην αναφέρω ένα παράδειγμα από την καθημερινή μας ζωή. Ας φανταστούμε ότι υπάρχουν δύο άνθρωποι. Ο ένας οποίος επιθυμεί ένα ακριβό αμάξι κι ένας άλλο που δεν επιθυμεί ένα αμάξι καθόλου. Ο πρώτος είναι δυστυχισμένος επειδή δεν μπορεί να αγοράσει ένα αμάξι (δεν πραγματοποιείται η επιθυμία του) ενώ ο δεύτερος που δεν επιθυμεί καθόλου αμάξι δεν είναι στενοχωρημένος (καθόλου επιθυμία). Όταν τελικά ο πρώτος αγοράζει αμάξι, χαίρεται (εκπλήρωση επιθυμίας = ευτυχία) ενώ ο δεύτερος εξακολουθεί να μην είναι δυστυχισμένος (καθόλου επιθυμία). Όταν στον πρώτο του σκάει λάστιχο, λυπάται (μη εκπλήρωση επιθυμίας να μην σκάσει το λάστιχο). Ο δεύτερος εξακολουθεί να μην είναι δυστυχισμένος (καθόλου επιθυμία). Αν το προχωρήσουμε λίγο περισσότερο, ο δεύτερος κύριος μπορεί να υποστηρίξει «Έχω αυτά που χρειάζομαι, δεν χρειάζομαι αυτοκίνητο. Είμαι ευτυχισμένος με αυτά που έχω» (εκπλήρωση αναγκαίων επιθυμιών= ευτυχία).
Εδώ υπεισέρχεται ένας νέος παράγοντας, ο παράγοντας ανάγκη το οποίο είναι κατα κάποιον όρο η μεσότητα των επιθυμιών. Όπως είπα και στην αρχή η αρετή βρίσκεται ανάμεσα στην υπερβολή και την έλλειψη. Τα μέτρα στις επιθυμίες μας είναι τρία. Πρώτον να προσπαθούμε να πραγματοποιούμε όλες μας τις επιθυμίες. Αυτό εφόσον μπορεί να γίνει δεν είναι καθόλου κακό, άσχετα αν τελικά γινόμαστε δούλοι των επιθυμιών μας. Η ευδαιμονία, ως εκπλήρωση επιθυμιών είναι ακόμα ακέραιη. Δεύτερον να μην πραγματοποιούμε καμιά επιθυμία. Αυτή είναι η πρόταση του Σιντάρτα και βρίσκεται στον αντίποδα της παραπάνω θέσης.
Τρίτον η μεσότητα μετάξύ των όλων επιθυμιών και της καμιάς επιθυμίας είναι να πραγματοποιούμε μόνο της αναγκαίες επιθυμίες μας. Σε αυτή την περίπτωση μπορούμε να ικανοποίούμε κάποιες επιθυμίες μας πραγματικότητα και να είμαστε θετικά ευτυχισμένοι (σε αντίθεση με την άποψη του Σιντάρτα όπου ευδαιμονία είναι η έλλειψη πιθανής δυστυχίας – επιθυμιών) αλλά να να αποφεύγουμε τις άσκοπες απογοητεύσεις όπως αναπόφευκτα θα γευόμασταν αν προσπαθούσαμε να πραγματοποιήσουμε κάθε μας επιθυμία.
Φυσικά υπάρχει και μια άποψη που θέτει το ερώτημα «Μέχρι που πρέπει να φτάνουν οι ανάγκες μας; Πρέπει να περιλαμβάνει μόνο το φαγητό και την ένδυση; Ένα αυτοκίνητο είναι ανάγκη»; Αν θέλουμε να μιλήσουμε αυστηρά τότε τα είδη πρώτης ανάγκης (φαγητό, ένδυση και κατοικία) είναι οι επιθυμίες που πρέπει να πραγματοποιούμε. Όμως, η αλήθεια είναι, ότι στις σύχρονες κοινωνίες οι ανάγκες μπορούν να αλλάξουν και πέρα από την επιβίωση που μας εξασφαλίζουν τα είδη πρώτης ανάγκης πρέπει να λάβουμε υπόψη μας και τις επιθυμίες που κάνουν την ζωή μας πιο ευχάριστη, πιο άνετη και αξιοπρεπή.
Συνεπάγεται από αυτό ότι τελικά δεν είναι η ανάγκη που θέτει το όριο των επιθυμιών αλλά η έννοια του εφικτού. Επιθυμώ κάτι εφικτό που δεν είναι αναγκαίο; Τότε είναι εφόσον είναι ηθικό να πραγματοποιήσω την επιθυμία μου. Ένα μέρος της πεμπτουσίας της ευδαιμονίας εντέλει είναι η εφικτή επιθυμία.
Στην αρχή έκαμα λόγο για τον δρόμο της ηθικής που πρέπει να ακολουθήσουμε προκειμένου να επιτύχουμε την ευδαιμονία. Είναι η ευδαιμονία ηθική; Ή μήπως είναι δύο έννοιες αλληλοσυγκρουόμενες; Αν δεχθούμε τον ορισμό του Καντ για την ηθική (ηθική είναι να πράττεις έτσι ώστε να επιθυμείς η πράξη σου να γίνεται καθολικός νόμος) τότε η ευδαιμονία είναι ηθική μόνο εφόσον επιθυμούμε να γίνουμε όλοι ευδαίμονες. Πιστεύω ότι κανείς δεν θα είχε αντίρρηση σε αυτό το θέμα, άρα η ευδαιμονία είναι ηθικά αποδεκτή. Εντούτοις η εκπλήρωση επιθυμιών που έχουν ως προτιθέμενη ή προβλεπόμενη συνέπεια την μη εκπλήρωση των επιθυμιών κάποιου άλλου είναι ηθικά καταδικαστέα. Διότι τότε η ευδαιμονία από καθολικός νόμος, μετατρέπεται αυθαίρετα σε ιδιόκτητο δικαίωμα.
Υπάρχει όμως και ένας δεύτερος άξονας βάσει του οποίου επιτυγχάνεται η ευδαιμονία και αυτός είναι εξίσου σημαντικός με την εκπλήρωση των επιθυμιών. Και αυτός δεν είναι τίποτα άλλο από τον όρο αλληλοπεριχώρηση. Αλληλοπεριχώρηση είναι το άνοιγμα προς τον άλλον άνθρωπο, η διαλεκτική επικοινωνία των αρχαίων φιλοσόφων και η συμπάθεια του Hume. Όταν από το «εγώ» μεταβαίνω στο «εμείς», όταν ουσιαστικά κάνω υπέρβαση του εαυτού μου.
Όλες οι προηγούμενες θεωρείες περιστρέφονταν γύρω από την ατομική ευδαιμονία. Και με τον όρο ατομική ευδαιμονία δεν εννοώ μόνο την ευδαιμονία του κάθε ενός από εμάς αλλά την ευδαιμονία που πετυγχάνεται με τις ατομικές προσπάθειες του καθενός μας. Σε όλες τις παραπάνω απόψεις ο κάθε άνθρωπος δρα αποκλειστικά για τον εαυτό του και σε ορισμένες περιπτώσεις πολύ ακραία, όπως στην περίπτωση της αυτάρκειας, που είναι η αποθέωση του «εγώ».
Η ικανοποίηση των επιθυμιών μας δεν είναι αρκετή για την ευδαιμονία μας. Αν αυτό ήταν αρκετό τότε, αν στον πλανήτη έμενε μόνο ένας άνθρωπος και κανένας άλλος, τότε σε αυτή την περίπτωση θα ήταν αυτάρκης αφού δεν θα εξαρτιόταν από κανέναν άλλο. Αλλά ακόμη κι έτσι σίγουρα καμία ευδαιμονία δεν έχει αξία αν δεν υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι για να την ζήσουν. Τι νόημα έχει μια σκέψη ή μια λέξη αν δεν μπορώ να την εκφράσω σε κάποιον άλλο; Τι νόημα θα είχε η ευδαιμονία αν ήμουν μόνος μου;
Πεμπτουσία της αλληλοπεριχώρησης είναι η αγάπη και η επικοινωνία. Και στις δύο καταστάσεις αυτές υπάρχει μια κίνηση από το εγώ στον άλλο. Στην αγάπη, το συμφέρον από εμένα πηγαίνει και σε κάποιον άλλο, όπως και η φροντίδα. Στην επικοινωνία οι σκέψεις και οι λέξεις, τα μηνύματα και οι έννοιες προχωρούν από εμένα που τις συνέλαβα σε κάποιον άλλο.
Δεν ξέρω για ποιον λόγο, αλλά σπάνια βλέπουμε την φιλοσοφία να καταπιάνεται με ένα θέμα όπως η αγάπη. Ίσως διότι η αγάπη δεν μπορεί να αναλυθεί τόσο ορθολογιστικά όσο και τα υπόλοιπα θέματα. Εντούτοις επειδή δεν μπορεί να συλληφθεί ορθολογικά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούμε και να την παραβλέψουμε. Ήδη ο Κάντ έχει μιλήσει για μια a priori γνώση που έχουν όλοι οι άνθρωποι και την φέρουμε με την γέννησή μας. Κάτι παρόμοιο θα μπορούσαμε να πούμε και για την αλληλοπεριχώρηση. Είναι μια a priori τάση του ανθρώπου να ανοίγεται. Όλοι οι άνθρωποι νιώθουμε καλά όταν επικοινωνούμε με τους άλλους, ερχόμαστε σε επαφή μαζί τους, δενόμαστε και αναπτύσσουμε δεσμούς. Όλοι άνθρωποι έχουν την τάση να κάνουν φίλους, να ερωτεύονται, να αγαπούν και γενικότερα να αναπτύσσουν διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ τους.
Μήπως τελικά μπορεί η αλληλοπεριχώρηση να αναχθεί σε επίπεδο επιθυμιών; Θα μπορούσε αν υποθέταμε ότι κάποιος ήθελε να κάνει φίλους ή να αναπτύξει μια σχέση και δεν πραγματοποιήθηκε. Μολοταύτα υπάρχει η διάκριση μεταξύ των ορθολογιστικών επιθυμιών και μη ορθολογιστικών επιθυμιών. Ενώ οι περισσότερες επιθυμίες μας προκύπτουν από την συλλογιστική σκέψη, υπάρχουν και οι άλλες που είναι φυσικές προδιαθέσεις – ένστικτα. Και τα δύο έχουν την ίδια θεωρητική και πρακτική αξία εφόσον, στον βαθμό των επιθυμιών συντελούν στην ευδαιμονία.
Είναι αστείο ότν σκεφτούμε ότι η πρώτη ιδεολογία που παρουσίασε την αλληλοπεριχώρηση ως άξονα της ευδαιμονίας είναι η ίδια που αποκόπηκε από κάθε είδος ευδαιμονίας, ευτυχίας και ηδονής. Πρώτος λοιπόν ο χριστιανισμός (τουλάχιστον όπως τον καθιέρωσαν οι πατέρες της εκκλησίας μας) μίλησε για αλληλοπεριχώρηση, για άνοιγμα στον συνάνθρωπο, για την εξάλειψη του εγωισμού, για την μετάβαση στο εγώ. Στον Χριστιανισμό η ευδαιμονία έχει πάρει το ίδιο πρότυπο του Πλάτωνα. Ενώ στον Πλάτωνα είχαμε την θέαση των ιδεών, στον χριστιανισμό υπάρχει η θέαση του θεού, η θέωση. Αλλά η θέωση έχει τα ίδια χαρακτηριστικά της ευδαιμονίας, μια κατάστασης πληρότητας και ευτυχίας. Η μόνη διαφορά είναι ότι όπως και στον βουδισμό και τους στωικούς, ο χριστιανός προσπαθεί να ζει χωρίς πάθη και να χαλιναγωγεί τις επιθυμίες του.
Δεν ξέρω αν θα μπορούσαμε να δώσουμε μια τελεσίδικη απάντηση για την πεμπτουσία της ευδαιμονίας. Στο κάτω κάτω, ο πιο σημαντικός παράγοντας, που δεν αναλύθηκε καθόλου στο κείμενο, είναι ο ξεχωριστός χαρακτήρας του κάθε ανθρώπου που κάνουν την ευδαιμονία εντελώς προσωπική υπόθεση. Άλλωστε στόχος της φιλοσοφίας δεν είναι να δωσει απαντήσεις αλλά να αυξήσει τον προβληματισμό και την σκέψη.

Tuesday, December 18, 2007

Το Πρόσωπο

Σας έχει τύχει ποτε να σκέφτεστε κάποιο πρόσωπο και το πρόσωπο που έχετε στην σκέψη σας να μην μοιάζει καθόλου με αυτό που έχει στην πραγματικότητα; Μου τυγχαίνει συνέχεια. Είναι ένα γυναικείο πρόσωπο που έρχεται πάντα στον ύπνο. Δεν μπορώ να σας το περιγράψω. Όταν ξυπνώ δεν θυμάμαι καθόλου χαρακτηριστικά. Το μόνο που μπορώ να σας πω ότι είναι το πιο αγγελικό πρόσωπο. Ένα πρόσωπο που είναι τόσο οικείο, τόσο γνωστό αλλά που δεν το έχω δει ποτέ. Κάθε φορά έχςει διαφορετικά χαρακτιριστικά. Την μια είναι ξανθή και την άλλη καστανή. Αλλά έχουν την ίδια αγνότητα, την ίδια γλυκύτητα. Με βασανίζουν πολύ αυτά τα πρόσωπα. Νιώθω ότι είναι η ομορφιά που όλοι έχουμε κρυμμένη μέσα μας και μου βγαίνει με αυτόν το συγκεκριμμένο τρόπο. Αλλά κάθε φορά που ξυπνάω και βλέπω πως είναι η πραγματικότητα τότε νιώθω ακόμα πιο απαίσια. Είναι ανάγκη η πραγματικότητα να είναι τόσο άσχημη; Νιώθω ότι θα μπορούσα να μείνω για πάντα σε ένα όνειρο αρκεί να είναι τόσο όμορφο όσο είναι και το πρόσωπο που έρχεται στον ύπνο μου. Ή μήπως να μείνω στην πραγματικότητα; Τελικά τι είναι αληθινό; Τι είναι ιδεατό; Είναι όντως μια ιδεατή πραγματικότητα τόσο όμορφη όσο την περιέγραψεμ ο Πλάτων; Η αλήθεια είναι ότι η πραγματικότητα πονάει και το όνειρο δεν διαρκεί ποτέ πολύ.

Monday, December 17, 2007

17η Δεκεμβρίου

Και έφυγα σαν μανιακός από το σπίτι της. Το σαν πλεονάζει. Ήταν η μοναδική μου ευκαιρία να νιώσω ευτυχισμένος έτσι για αλλαγή. Ζήτησα πολλά; Μόνο ένα φιλί. Ένα φιλί. Ήταν πολλά; Την είχα προετοιμάσει εδώ και αρκετό καιρό. Ήξερε πως αισθανόμουν. Ήξερε τι ήθελα να κάνω. Ήξερε ότι θα το έκανα. Την προειδοποίησα. Και δεν μου έφερε αντίρρηση. Ας είναι. Το περίμενα από το καλοκαίρι αυτή τη στιγμή. Και τα πάντα πήγαιναν καλά. Η ευκαιρία ήρθε πιο γρήγορα από ότι την περίμενα. Στο αυτοκίνητο, στο δρόμο για το σπίτι της η καρδία μου κόντευε να σταματήσει από συγκίνηση. Τι ειρωνεία. Κόντευε να σπάσει κι όταν έφευγα. Αλλά όχι από συγκίνηση. Και όλα πήγαν καλά. Έλπιζα να βρω την κατάλληλη στιγμή. Την άφησα στο τέλος. Αφού περάσαμε αρκετή ώρα, ήρθε η ώρα να φύγω. Για να λέμε την αλήθεια ο μόνος λόγος που πήρα το σακάκι μου, δεν ήταν για να διαβάσω όπως της είπα. Ήταν για να με αναγκάσω να την φιλήσω. Είναι η φύση μου να διστάζω. Κακώς, αλλά έτσι είναι. Έπρεπε να με φέρω σε τέτοια θέση ώστε να μην έχω άλλες επιλογές από το ή να φύγω ή να την φιλήσω. Και τα κατάφερα και σ'άυτό. Κι το μόνο που χρειαζόμουν ήταν η υπέρβαση. Μια υπέρβαση που μόνο μια φορά στη ζωή μου έχω κάνει. Μια υπέρβαση που θα έλεγε περίπου "τώρα θα σε φιλήσω" με όλη μου την αγάπη και την ειλικρίνεια. Και την έκανα κι αυτή. Αδύνατον αλλάτην έκανα. Η αλήθεια ήταν ότι η αδερφή της ήταν στο διπλανό δωμάτιο και η μάμα της στο σαλόνι. Μα τον θεό και στο ΒΒC να μας έδειχναν ζωντανά δεν θα με σταματούσε. Αλλά όπως ήταν έφυγε από το δωμάτιο και κατέβηκε στο σαλόνι. Και εγώ την ακολούθησα. Και έφυγα σαν μανιακός από το σπίτι της. Δυστυχώς δεν με ήθελε. Αυτή είναι η πικρή αλήθεια. Το μόνο καλό είναι ότι δεν έχω τύψεις. Έκανα ότι μπορούσα και ξέρω ότι δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι περισσότερο. Δεν δείλιασα, ούτε είπα κάτι που δεν ένιωθα. Ήμουν ειλικρινής. Κι αυτό με σκοτώνει. Θα μπορούσα να αντέξω την ευθύνη την δική μου. Αλλά τώρα δεν μπορώ να επιρρίψω ευθύνη ούτε σε μένα, ούτε σε εκείνη. Όταν έφευγα της είπα "σε μισώ". Μακάρι αυτό να ήταν αλήθεια. Μακάρι δηλαδή να μπορούσα. Τότε θα πονούσα μια εβδομάδα, θα την μισούσα για ένα μήνα και μέχρι το Πάσχα θα την είχα ξεχάσει την ιστορία. Αλλά δεν μπορώ. Πρώτον γιατί την αγαπώ όπως είναι και δεύτερον επείδη είναι ο μοναδικός άνθρωπος που μου φέρθηκε πιο εντάξει από όλους. Ο μοναδικός άνθρωπος που μου συμπεριφέρθηκε πιο εντάξει από ότ ιτου συμπεριφέρθηκα εγώ. Θα μπορούσε να το κάνει. Αλλά ξέρω ότι δεν θα έκανε τίποτα που δεν θα το ένιωθε και αυτό την τιμά. Για αυτό δεν την μισώ και γι αυτό (αν και της το λέω μέσα μέσα, η αμαρτία μου είναι) δεν είναι πουτάνα. Της είπα ακόμη ότι με μισώ. Με μισώ διότι θα μπορούσα να την αναγκάσω να με φιλήσει. Αλλά δεν το έκανα διότι δεν το ήθελε και δεν μπορώ να την αναγκάσω να κάνει κάτι που δεν θέλει. Μπορώ να αντέξω την δυστυχία μου, αυτό κάνω εδώ και πολύ καιρό, έχω συνηθίσει. Αλλά δεν θα μπορούσα με τίποτα να αντέξω την δική της δυστυχία. Της είπα ακόμη ότι θα μου το πληρώσει. Εννούσα ότι ελπίζω να μου δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία στην ευτυχία. Αλλά θέλω πραγματικά; Αν έφταιγα εγώ, αν δεν έκανα εγώ κάτι σωστά, τότε θα μπορούσα να επανορθώσω. Αλλά αφού εκέινη δεν με θέλει, και έχει κάθε δικαίωμα να μην με θέλει, τότε τι την θέλω την δεύτερη ευκαιρία; Έτσι κι αλλιώς το μόνο που θα καταφέρω είναι να πληγώσω τον εαυτό μου και αυτή τη φορά το φταίξιμο θα είναι όλοδικό μου. Τι θα έκανα αν μου έλεγε ότι τελικά θέλει να με φιλήσει. Η απάντηση είναι ότι ακόμα και 4 τα ξημερώματα να μου το έλεγε, την ίδια κιόλασ στιγμή θα έτρεχα δίπλα της. Ναι, είμαι εντελώς τρελός. Το θέμα που ενοχλεί είναι τι κάνω τώρα. Και είναι το μοναδικό ερώτημα που δεν έχω την απάντηση.

Sunday, December 16, 2007

Χριστουγέννα 2007

Ήρθαν πάλι τα Χριστούγεννα. Ο κόσμος χαίρεται, ψωνίζει, περνά οικογενειακές στιγμές, διασκεδάζει και είναι ευτυχισμένος. Όλος ο κόσμος; Όχι. Αν εξαιρέσουμε τους ΕΜΟ και εμένα όλοι οι άλλοι είναι χαρούμενοι. Αφήνοντας τους ΕΜΟ στην άκρη ας καταπιαστώ με μένα. Γιατί δεν χαίρομαι τα Χριστούγεννα; Φταίει η μόνιμη κατάθλιψη που έχω, θα μου πείτε. Μακάρι να ήταν αυτό. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Γιατί να είμαι ευτυχισμένος; Ο κόσμος πάει κατά διαόλου, το περιβάλλον επίσης, πόλεμοι, ασθένειες σεισμοί και καταποντισμοί, έτοιμοι να κτυπήσουν και την δική μας πόρτα (και θα την κτυπήσουν, να είστε σίγουροι). Τα προβλήματα μου, εξακολουθούν να υφίστανται όπωσ και των υπολοίπων μας. Άρα γιατί να είμαι ευτυχισμένος; Τι αλλάζει τα χριστούγεννα και πρέπει να αλλάξω και εγώ; Τίποτα απολύτως. Η 25η Δεκεμβρίου είναι μια μέρα σαν όλες τις άλλες χωρίς καμία διαφορά. Εμείς της προσδώσαμε αυτόν τον χαρακτήρα. Αλλά ο κόσμος δεν αλλάζει τα χριστούγεννα. Γυρίζει όπως όλες τις άλλες μέρες. Θα έπρεπε να την καθιερώσουμε μέρα υποκρισίας. Ποτέ άλλωτε δεν έβλεπα τόσους ανθρώπους να υποκρίνονται. Να υποκρίνονται πως είναι χαρούμενοι, πως όλα πάνε καλά, πως αγαπάνε τους συνανθρώπους τους και όλες οι άλλες υποκριτικές εκφάνσεις μας. Και ερωτώ: ποιος κάνει ότι κάνει και τα χριστούγεννα, κάποια άλλη μέρα του χρόνου; Είδατε κανένα να χαρίζει τον οβολό του στα ιδρύματα; Είδατε κανένα να μιλάει για επι γης ειρήνη; Κι αν δείτε να πάρετε μια σακοράφα και να μου τρυπήσετε τη μύτη. Το μόνο που μένει ίδιο χειμώνα - καλοκαίρι, χριστούγεννα - πάσχα είναι έλλειψη προβληματισμού, η παθητικότητα και η υποκρισία. Απλά τώρα το στολίζουμε με γιορτινό περιτύλιγμα. Δυστυχώς ότι είμαστε και τις άλλες μέρες του χρόνου, είμαστε και τα χριστούγεννα. Άνθρωποι που ζουν τις ζωές τους με την μεγαλύτερη δυνατή άνεση και την μικρότερη δυνατή σκέψη. Υπάρχει και το πνεύμα των χριστουγέννων βέβαια, για αγάπη χαρά και ειρήνη. Δικαίως το βαπτίσανε πνεύμα των χριστουγέννων γιατί όλες τις άλλες μέρες πάει περίπατο. Γιατί λοιπόν να μου αρέσουνε τα χριστούγεννα;

Saturday, December 15, 2007

Η Ρητορική

Με προβληματίζει πολύ η ρητορική. Θεωρώ ότι είναι μια πάρα πολύ επικίνδυνη τέχνη, όχι για αυτόν που την εξασκεί αλλά για αυτόν που την υπόκειται. Υπάρχει μια άποψη και εμείς πρέπει να αποφασίσουμε αν είναι σωστή ή όχι αυτή η άποψη. Αυτό έχει σημασία για μας. Όμως αυτό δεν είναι η δουλειά κάποιου ρήτορα. Η δουλειά του είναι να πείσει ότι είναι σωστή. τώρα αν είναι σωστή ή όχι αυτό είναι άλλο θέμα. 'Ομως αν εγώ μπορώ να πείσω κάποιον για κάτι, πρέπει πρώτα να είμαι σίγουρος ότι αυτό το κάτι είναι σωστό. Αλλιώς θα ήταν ανήθικο να εξωθώ κάποιον να κάνει κάτι λάθος εν γνώση μου. Το πρόβλημα είναι όμως πως μπορώ έγώ να είμαι σίγουρος για κάτι. Ένας ρήτορας δεν σκέφεται μόνο την μια πλευρά σκέφτεται και την άλλη. Διότι αν ο ρήτορας έχει την φωνή της συνείδησης τότε γίνεται φιλόσοφος. Μπορεί να σκεφτεί με πολλούς, πολλές φορές αντιφατικούς, τρόπους και να αποφανθει σε ένα θέμα. Αλλά αν όλα είναι τόσο σχετικά, αν όλες οι απόψεις είναι σωστες βάσει τεκμηρίωσης τότε η ευθύνη είναι μεγάλη. Οι άνθρωποι σπάνια σκέφτονται τόσο πολύ. Κυρίως ακούνε τους άλλους να μιλάνε και συμφωνούν μαζί τους. Αν λοιπόν ο ρήτορας μπορεί να πείθει, να παρουσιάζει τις απόψεις για σωστές, τότε η ευθύνη που φέρει είναι τεράστια. Φέρει την ευθύνη όλων όσων συμφωνούν μαζί του. Κι εγώ κάθε φορά που μιλάω με κάποιον και τελικά τον πείθω, νιώθω αυτή την ευθύνη. Τι κι αν κάνω λάθος. Τι κι αν είχε δίκιο; Μπορω άραγε να σηκώσω την ευθύνη;

Thursday, December 13, 2007

"Why does my heart feel so bad"?

Έχω παρατηρήσει ότι τα τελευταία τρία με τέσσερα χρόνια ζω σε μια μόνιμη κατάθλιψη. Για να λέμε και την αλήθεια όμως δεν ξέρω αν είναι όντως κατάθλιψη. Η κατάθλιψη, λένε, είναι μια ανισορροπία χημικών ουσιών στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο πολύ με φοβίζει αυτό (όπως όλα φυσικά). Σκεφτείτε ότι η λύπη μας, ο φόβος μας, η αγάπη μας και το πάθος μας, όλα μας δηλαδή τα συναισθήματα να ήταν αποτελέσματα χημικών ανισορροπιών στον εγκέφαλό μας. Αν είναι έτσι τότε εγώ θα παίρνω ένα χαπάκι και τσουουουπ! πάει η κατάθλιψη. Ή θα παίρνω ένα άλλο χαπάκι και θα χαίρομαι ή θα λυπάμαι θα νιώθω ήρεμος ή θυμωμένος. Δεν θα ήταν υπέροχα έτσι; Να νιώθουμε αυτό που θέλουμε; Τέρμα λοιπόν, οι λύπες για χωρισμούς και θανάτους, τέρμα οι θυμωμένοι άνθρωποι, τέρμα και η κατάθλιψη λοιπόν.
Μέχρι που να έρθει αυτή η ευλογημένη στιγμή που θα μπορώ να ελέγχω τόσο απλά τα συναισθήματα μου, εγώ θα έχω κατάθλιψη. Γιατί έχω κατάθλιψη, θα ρωτήσετε και με το δίκιο σας. Λευκός είμαι (θα μετρούσε σε άλλη εποχή), ελεύθερος είμαι (επίσης), έχω μια καλή οικογένεια, έχω τα προς το ζην (και παραπάνω). Γιατί λοιπόν να νιώθω κατάθλιψη; Είναι παράλογο.
Είναι όμως μια αίσθηση απόρριψης. Ότι δεν ανήκω εδώ, ότι δεν είμαι σαν αυτούς και αυτοί δεν είναι σαν εμένα. Μια ολόκληρη ζωή την πέρασα μόνος μου, χωρίς φίλους, παρέες ή σχέσεις. Όταν είσαι για πολύ καιρό μόνος και αποκομμένος σε κάποια φάση αντιλαμβάνεσαι ότι είναι πολύ αργά για να αλλάξεις, πολύ αργά για να ενταχθείς. Και αναγκάζεσαι να προχωρήσεις (προχωρήσω) μόνος.
Προσπάθησα να κάνω σχέσεις, μην νομίζετε. Αλλά απέτυχαν όλες, μέχρι και την τελευταία. Η αλήθεια είναι οτί έγω έφταιγα. Όταν είσαι μόνος, ακόμη κι όταν υπάρχει ανάγκη να κάνεις σχέση, είσαι μόνος. ακόμη και σε μια σχέση ένιωθα πάλι μόνος. Δεν μου έκανε καμία διαφορά.
Στα ήδη αυξημένα επικοινωνιακά προβλήματα ήρθε καπάκι και η φιλοσοφία. Τώρα μου είναι δύο φορές πιο δύσκολο να κάνω σχέση διότι τώρα σκέφτομαι πολύ περισσότερο μια σχέση από ότι πριν.
Λίγο απ'εδω λίγο απ'εκει μαζεύτηκε ένα βουνό. Ιδίως όταν έχεις μέτρο σύγκρισης. Όταν βλέπεις ότι οι άλλοι είναι ευτυχισμένοι και επικοινωνούν καλύτερα με τους άλλους και είναι ευτυχισμένοι με την σχέση τους διερωτάσαι: "Εγώ γιατί όχι". Και αποτρελαίνεσαι.
Στην αρχη ένιωσα αποτυχημένος (και νιώθω ακόμα). Αποτυχία ιδαιέταιρα εκεί που όλοι οι άλλοι έχουν επιτύχει σε ένα βαθμο. Άρχισα να το σκέφτομαι, και όσο περισσότερο σκέφτεσαι κάτι΄, τόσο περισσότερο η σκέψη σου σε ελέγχει. Σε κάποια φάση έχασα τον έλεγχο και άρχισαν οι αυτοκτονικές τάσεις.
Και εκεί που είπα "ως εδώ ήταν, τέρμα" εκεί πετάχτηκε εκείνη, η, ας την πούμε Ρόζα. Με την κυρία είχαμε να επικοινωνήσουμε κάτι χρόνια και μα το θεό ήταν τελαευταία μου επιλογή. Αφού όλοι οι υπόλοιποι φίλοι μου, μου γύρισα την πλάτη, αυτή νοίαστηκε. Δεν έφυγε όπως τους άλλους, αλλά έμεινε μαζί μου ενώ θα μπορούσε να το κάνει. Δεν ξέρω γιατί. Αλλά ξέρω ότι αν δεν ήταν αυτή, το πιο πιθανόν είναι ότι σήμερα θα γινόταν μνημόσυνο εις μνήμην μου.
Το κακό είναι ότι έφυγε. και τώρα είμαι πάλι μόνος μου μαζί με την κατάθλιψη. Και αναρωτιέμαι "μήπως τελικά δεν είμαι άξιος για την αγάπη; μήπως να το πάρω απόφαση ότι δεν πρόκειται να γίνει τίποτα; μήπως τελικά δεν χρειάζομαι τίποτα από όλα αυτά"?
Ειλικρινά δεν ξέρω

Περιβαλλοντική Ηθική:

Μια απάντηση στον Peter Singer.

Στην περιβαλλοντική Ηθική υπάρχει μια συγκεκριμένη ομάδα φιλοσόφων, οι οποιοι αντιλαμβάνονται την σχέση μας, ως ανθρώπινο είδος, με το περιβάλλον με όρους δικαιωμάτων. Προχωρώντας, όμως ενδότερα στο πρόβλημα, αντιλαμβανόμαστε ότι, πρέπει να καταστήσουμε σαφές το αντικείμενο με το οποίο συναρτήσει μιλούμε για δικαίωμα. Μερικοί φιλόσοφοι δέχονται τα δικαιώματα επί τη βάσει του λογικού. Αν υιοθετήσουμε αυτή την άποψη τότε λογικά, αφήνουμε έξω από την σφαίρα των δικαιωμάτων τα ζώα και τα φυτά.
Υπάρχει και μια μερίδα φιλοσόφων στους οποίους ανήκει και ο Peter Singer που υποστηρίζει ότι τα δικαιώματα υπάρχουν με κριτήρια επιθυμιών. Αυτές τις επιθυμίες τις αντιλαμβάνονται μόνο με όρους ευχαρίστησης (όταν πραγματοποιείται η επιθυμία) και πόνου (όταν δεν πραγματοποιείται). Αν υιοθετήσουμε αυτή την άποψη εντάσουμε στην σφαίρα των δικαιωμάτων και τα ζώα, τα οποία, αν και σε στοιχειώδη βαθμό, έχουν αίσθηση της ευχαρίστησης και του πόνου. Ο Peter Singer ακόμα προτείνει βάσει αυτής της θεωρίας, αντί να κάνουμε πειράματα στα ζώα (που έχουν αίσθηση του πόνου άρα και δικαιώματα) να κάνουμε τα πειράματα μας στα παιδιά χωρίς εγκέφαλο (τα οποία δεν έχουν καμία απολύτως αίσθηση πόνου).
Η άποψη, βάσει του σκεπτικού του Singer, προσωπικά μου φαινεται απολύτως λογική αν και ομολογώ ότι με ξενίζει λίγο και την βρίσκω ακραία. Κατά τη γνώμη μου όμως θα πρέπει να γίνει μια διαφοροποιήση στον όρο δικαίωμα και στο αντικείμενο που επι τη βάσει του συναρτάται το δικαίωμα.
Θα συμφωνήσω απόλυτα με τους ωφελιμιστές που δέχονται τις επιθυμίες ως κριτήριο για τα δικαιώματα αλλά δεν συμφωνώ όταν μιλάνε με όρους ευχαρίστησης και πόνου. Ο μόνος τρόπος που θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε τις επιθυμίες μας ως φορείς δικαιωμάτων είναι όχι αυτός της ευχαρίστησης και πόνου αλλά αυτός της ελεύθερης βούλησης. Κάθε επιθυμία μας ως όντα έχει σημασία μόνο όταν αυτή συντελείται με κριτήριο την ελεύθερη βούληση διότι σε διαφορετική περίπτωση η επιθυμία θα αυτοαναιρούταν και θα καταντούσε ανάγκη και ένστικτο. Τα δικαιώματα δεν είναι επιβλητέες διαταγές που όλοι πρέπει να υπακούουν αλλά προνόμια που όσοι πληρούν τα κριτήρια (δηλαδή της ελεύθερες επιθυμίες) μπορούν να ασκήσουν αυτεξούσια.
Περιτρανο παράδειγμα αυτής της άποψης είναι το γεγονός ότι ενώ όλοι έχουμε το δικαίωμα της ζωής, εντούτοις κανένας ηθικός ανθρωπος δεν πρόκειται να δράσει πατερναλιστικά στην περίπτωση που κάποιος συνάνθρωπός του επιθυμεί συνειδητά να αυτοκτονήσει. Εκεί ο ο αυτοκτονών έχει το δικαίωμα της ζωής απλά δεν επιθυμεί να το ασκήσει την συγκεκριμένη στιγμή. Εντούτοις μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα του σεβασμού στην ανθρώπηνη βούληση αν εμείς θέλουμε αναγκαστικά α του επιβάλουμε την ασκηση του δικαιώματος της ζωής.
Αν εξακολουθήσουμε το ίδιο σκεπτικό φτάνουμε στο συμπέρασμα ότι ούτε τα ζώα αλλά ούτε τα παιδιά χωρίς εγκέφαλο έχουν δικαιώματα διότι δεν έχουν επιθυμίες βάσει ελεύθερης βούλησης. Ακόμα και χωρίς δικαιώματα όμως δεν μπορούμε να τα χρησιμόποιήσουμε, διότι περί χρησιμοποίησης πρόκειται, χρησιμοθηρικά – ωφελιμιστικά για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Εφόσον δεν έχουν θέληση, η ασύδοτη και χειριστική χρησιμοποιήση τους θα καταπατούσε την φυσική ελευθερία που έχουν και θα τα υποδούλωνε σε μας. Η καταπάτηση της φυσικής ελυθερίας που έχουν όλα ανεξαιρέτως τα έμβια όντα, δηλαδή να πράττουν κατά τα ένστικτα τους ή των έλλογων διεργασιών τους μπορεί μόνο να καταπατηθεί μόνο με την συγκατάβαση αυτού του οποίου η φυσική ελυθερία θα καταπατηθεί. Όπως λοιπόν κανένα ων δεν πρέπει να καταπιέζει άλλο ών χωρίς πρώτα να υπάρξει αμοιβαία συγκατάθεση, έτσι πάλι δεν μπορούμε να καταπατήσουμε την φυσική ελυθερία των ζώων διότι δεν μπορούμε να πάρουμε την συγκατάθεση τους για αυτή.
Θέλω να τονίσω την έννοια που έχει η λέξη ασύδοτη στην πιο πάνω παράγραφο. Πολύ εύλογα κάποιος θα αναρρωτιόταν για την φυσική ελευθερία των γουρουνιών στα χοιροστάσια, που σφάζονται για να ικανοποιούμε τις διατροφικές ανάγκες μας. Πολύ σωστά εδώ παρατηρούμε την καταπάτηση της φυσικής ελευθερίας. Με τον ίδιο τρόπο ένας λύκος καταπατά την φυσική ελυθερία ενός αρνιού ή μια γάτα την ελευθερία ως ποντικιού.
Όμως αυτή η καταπάτηση της ελευθερίας δεν προέρχεται από ελεύθερη βούληση του καταπατούντος αλλά από ανώτερη βιοτική ανάγκη. Αν υπήρχε η δυνατότητα να επιζούμε χωρίς να καταπατούμε φυσικές ελευθερίες τότε θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε την άποψη ότι οι άνθρωποι στην συγκεκριμμένη περίπτωση δεν πρέπει να τρώνε χοιρινό κρέας. Αλλά από την στιγμή που δεν γίνεται αλλιώς τότε ηθικά δικαιολογούμστε.
Στην αντίθετη περίπτωση όλη η υπερ – κατανάλωση των γήινων πόρων μαζί με την ρύπανση του περιβάλλοντος είναι εκφάνσεις της ασύδοτης, όπως προείπα, χρήσης του περιβάλλοντος και ηθικά καταδικαστέες. Σε αυτές τις περιπτώσεις πράξη συντελείται, όχι για να ικανοποιήσει τις βασικές ανάγκες του ανθρώπου αλλά για άλλους σκοπούς, που δεν είμαι σε θέση να αναφέρω.
Σε αυτό το κείμενο γίνεται λόγος στην φυσική ελευθερία. Έχω υποχρέωση να αναφερθώ, έστω εν συντομία στην έννοια της φυσικής ελυθερίας για λόγους ορισμού. Φυσική ελευθερία θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι η πρωταρχική κατάσταση που επικρατεί στον κόσμο πέρα από την επικράτεια της λογικής σκέψης. Όταν ένα άλογο τρέχει ή όταν ένα πρόβατο βόσκει ή όταν πετάει ένα πουλί, αυτό μας δείχνει ότι οι πράξεις αυτές συντελούνται από τα όντα χωρίς την παρέμβαση τρίτων. Κάθε έμβιο πράγμα στη φύση είναι από την ίδια του τη φύση ελεύθερο και κατά συνέπεια δεν μπορούμε να επικαλεστούμε δικαίωμα ελευθερίας στα ζώα ούτε καν στους ανθρώπους. Όλοι οι άνθρωποι μπορούν να σκέφτονται ελεύθερα με τον δικό τους τρόπο σκέψης ακόμη και σε δικτατορικά καθεστώτα όπου υπάρχει η έλιψη όχι της φυσικής ελευθερίας αλλά της πολιτικής ελευθερίας.
Ακόμα και έτσι πιστεύω ότι η θέση μου δεν είναι επαρκής. Βλέπω προσωπικά ότι με όποια θεωρία των δικαιωμάτων και να πάρουμε γίνεται η σαφής ταύτιση των ζώων και των παιδιών χωρίς εγκέφαλο τουλάχιστον σε θέματα δικαιωμάτων. Όμως αν συμβαίνει αυτό, και ο Peter Singer το δέχεται, τότε θα έπρεπε ή να καταργήσουμε τα ιδρύματα που τα φροντίζουν, όπως κάνουμε και με τα ζώα ή να ανοίξουμε ιδρύματα αποκλειστικά για ζώα.
Και οι δύο περιπτώσεις αυτές φαίνονται λίγο ακραίες και θα έπρεπε να βρούμε μια διαφορά που θα εξηγούσε την κατάσταση αυτή. Θα μπορούσαμε να επικαλεστούμε το πρόβλημα αυτών των παιδιών που όντως χρειάζονται φροντίδα, σε αντίθεση με τα ζώα που έχουν μια υποτυπώδη αίσθηση του χώρου και μπορούν να επιβιώνουν από μόνα τους. Αλλά πάλι, δεν θα έπρεπε να φροντίζουμε και τα ζώα που έχουν βιολογικά προβλήματα;
Νομίζω ότι η θεωρία της μεροληψίας θα ταίριαζε περισσότερο εδώ. Όπως η οικογένεια μεροληπτεί όσον αφορά τα δικά της παιδιά, όπως κάθε άνθρωπος προσπαθεί για το καλό της πατρίδας του περισσότερο από ότι για το καλό των άλλων κρατών έτσι και ο κάθε άνθρωπος μπορεί να μεροληπτεί υπέρ των άλλων ανθρώπων σε σχέση με τα ζώα.
Θα μπορούσα να χαρακτηρισθώ ειδιτιστής, πιστεύω άδικα. Η μεροληψία δεν στηρίζεται στην ανωτερότητα του είδους, ούτε υποστηρίζω ότι ο άνθρωπος είναι η ανώτερη έμβια ύπαρξη. Η μεροληψία στηρίζεται στην ομοιότητα των όντων που παίρνουν μέρος στην σύγκριση. Οι γονείς μεροληπτούν υπερ των παιδιών τους επειδή οι ομοιότητες και οι δεσμοί μεταξύ των είναι περισσότεροι από ότι με παιδιά αλλων οικογενειών. Στην χώρα οι ομοιότητες των κατοίκων μεταξύ τους τους κάνουν να είναι μεροληπτικοί με την χώρα τους, παρά με τις ξένες χώρες. Έτσι επειδή και εμείς και τα παιδιά χωρίς εγκέφαλο είμαστε άνθρωποι μπορούμε να μεροληπτήσουμε υπέρ τους σε βάρος των ζώων. Όπως κάνει η γάτα με τις γάτες, ο σκύλος με τους σκύλους και οι λύκοι με τους λύκους.
Σημαντικό όμως είναι αυτή η μεροληψία να μην γίνεται εις βάρος της φυσικής ελευθερίας, αλλά στα πλαίσια που μας το επιτρέπει διότι τότε δεν θα διαφέρουμε σε τίποτα από τους εθνικιστές και τους ειδιστές.
Αυτό το πολύ σύντομο κείμενο δεν έχει ως στόχο να προτείνει κάποια άλλη θεωρία για το πως θα έπρεπε να συμπεριφερόμαστε απάναντι στη φύση αλλά να δείξει ότι καμιά θεωρία δεν είναι αρκετά στεγανή ώστε να μην αφήνει τις αμφισβητήσεις να υπάρχουν. Όλες οι θεωρίες χρειάζονται συνεχή στοχασμό και προβληματισμό για να γίνοτναι ολοένα και καλύτερες.

Τεχνητή Νοημοσύνη και Βιονικός Άνθρωπος:

Μια ανάγκη για επαναπροσδιορισμό των ορισμών.

Με αφορμή την συζήτηση που είχαμε κάνει στο μάθημα της Εφαρμοσμένης Ηθικής για τα βελτιωτικά και την ευγονική, μου ήρθε στο μυαλό μια εικόνα που είχα από ένα κόμικ που είχα διαβάσει παλιά. Στο κόμικ ο ήρωας ήταν ένας επαγγελματίας δολοφόνος μια τρομοκρατικής οργάνωσης που μετά από ένα ατύχημα βρισκόταν σε ένα αυστριακό νοσοκομείο. Το κόμικ λαμβάνει χώρα στο μακρινό 2270 μ.Χ και δείχνει την θεραπεία που κάνει.
Η θεραπεία περιλαμβάνει εμφύτευση μικροτσίπ για την μνήμη που έχει πάθει ζημιά, κάποια άλλα για το νευρικό σύστημα ώστε να μπορέσει να ξαναπερπατήσει, μια προσθήκη βιονικούη ματιού και πολλές άλλες εμφυτεύσεις τεχνητών μηχανημάτων για την βελτίωση της κατάστασής του. Ο ήρωας είχε από προηγούμενο επεισόδιο, εγκαταστήσει νανομηχανές στο σώμα του για περισσότερη αντοχή, δύναμη και ταχύτητα.
Η ομοιότητα μεταξύ της λειτουργίας των βελτιωτικών φαρμάκων, της γενετικής βελτιωτικής τεχνολογίας και των εμφυτευμάτων είναι πρόδηλη. Όλα έχουν τον ίδιο σκοπο (την βελτίωση των ικανοτήτων του ανθρώπου) μόνο που μεταχειρίζονται διαφορετικά μέσα. Τα βελτιωτικά φάρμακα μας παρέχουν με βοηθητικές ουσίες, η γενετική τεχνολογία επεμβαίνει στα γονίδια μας, η εμφυτευτική αντικαθιστά τα όργανα με άλλα καλύτερα.
Αναρωτιέμαι όμως. Αν εγώ έχω ένα τρομακτικό δυστύχημα ή έχω δυσλειτουργίες σε όργανα του σώματος μου και αντικαταστήσω τα χέρια μου, τα πόδια μου, την καρδιά μου, το στομάχι μου, το συκώτι μου, τα μάτια μου και τα αυτιά μου, με τεχνητά, θα εξακολουθώ να είμαι άνθρωπος; Ή, για να θέσω αλλιώς το ερώτημα, αν αντικαταστήσω το σώμα μου ή την συντριπτική πλειοψηφία αυτού, για να βελτιωθώ, με τεχνητά καλύτερα μέρη, θα εξακολουθώ να λέγομαι άνθρωπος ή θα είμαι ένα καινούριο είδος, ένα ανθρωποειδές; Κατα πόσο, δηλαδή το ανθρώπινο σώμα ως ύλη και είδος συμβάλλει στον ορισμό του ανθρώπινου είδους.
Λογικά το σώμα του ανθρώπου δεν παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στον ορισμό του ανθρώπου. Άλλωστε έχουμε πολλά δείγματα αμερικάνικης υποκουλτούρας όπου μαγικοί μεταφορείς συνειδήσεως μεταφέρουν την προσωπικότητα ένος ανθρώπου σε ρομπότ. Εκεί φαίνεται καθαρά ότι αν και το σώμα είναι καθαρά μεταλλικό, εντούτοις η προσωπικότητα παραμένει αναλοίωτη και ο πρωταγωνιστής συμπεριφέρεται καθ’ όλα σαν φυσικολογικός άνθρωπος.
Είναι η προσωπικότητα αυτό που μας ορίζει σαν ανθρώπους; Σε μια μαθηματική εξίσωση θα μπορούσαμε να πούμε ότι άνθρωπος = η προσωπικότητα του;
Πολύ φοβάμαι ότι ακόμα και αυτό δεν στέκει ικανοποιητικά. Διότι αν η προσωπικότητα μας κάνει τόσο μοναδικούς τότε τι μπορούμε να πούμε για την τεχνητή νοημοσύνη, που βελτιώνεται μέρα με την ημέρα; Είναι η τεχνητή νοημοσύνη άνθρωπος; Σαφώς όχι! Γιατί όμως; Αφού μπορεί να εκτελεί εξίσου λογικές διεργασίες με εμείς, να μιλά και να εκφράζεται, να επικοινωνεί όπως εμείς, με τα κατάλληλα αισθητήρια όργανα θα μπορεί να αντιλαμβάνεται τον κόσμο όπως εμείς και με την εξέλειξη θα μπορεί και να νιώθει συναισθήματα, φόβο, αγάπη, ζήλεια. Το σενάριο δεν το έγραψα εγώ. Το έχουμε δει τόσο στο «The Matrix Revolutions» όπου το πρόγραμμα μιλάει για αγάπη και στο «I Robot» όπου το ρομπότ νευριάζει και αισθάνεται θυμό.
Μια καλή απάντηση δίνεται στην δεύτερη ταινία όταν ο ΓουίλΣμίθ λέει ότι «You have simulated fear. Have you simulated fear before»? Είναι όμως αλήθεια αυτό; Αν το ρομπότ εξωμοιώνει τα συναισθήματα και τις λογικές διεργασίες γιατί εμείς δεν το κάνουμε; Μήπως και εμείς δεν μαθαίνουμε κάποιες λειτουργίες μέσα στον οικογενειακό και κοινωνικό μας περίγυρο;
Αναρωτιέμαι αν ένα ρομπότ έχει ζωή. Μπορεί να μην αναπνέει αλλά ούτε και οι αμοιβάδες αναπνέουν με τον τρόπο που ξέρουμε. Η κάυση γίνεται εντούτοις. Μπορεί να μην αναπτύσσονται αλλά αν «ανάπτυξη εννούμε την ποσοτική και την ποιοτική αύξηση του οργανισμού τότε μπορούμε να το κάνουμε προσθέτοντας νέα εξαρτήματα. Όπως εμείς και το ρομπότ φθείρεται και κάποια στιγμή παύει να λειτουργεί. Μπορούμε να πούμε ότι πεθαίνει; Μπορούμε να πούμε ότι όταν λειτουργεί για πρώτη φορά ότι γεννιέται; Μπορέι να μην έχει ζωή βιολογική όπως εμάς. Μήπως όμως έχει μια τεχνητή ζωή; Μπορούμε να πούμε ότι ένα ρομπότ με τεχνητή νοημοσύνη «ζει» τεχνητά;
Ας φανταστούμε ένα σενάριο (παρμένο πάλι από την ταινία «The Matrix Revolutions») όπου μια τεχνητή νοημοσύνη καταλαμβάνει ένα ανθρώπιν ο σώμα σαν το δικό μας. Τότε τι γίνεται; Έχει ζωή σαν και εμάς, εκτελεί όλες τις λειτουργίες της ζωής, έχει και προσωπικότητα πανομοιότυπη με την δική μας. Είναι σε αυτή την περίπτωση άνθρωπος; Το ίδιο πράγμα με προβληματίζει στον «Φρανκεστάιν ή ο σύγχρονος προμηθέας». Είναι το τέρας του Φρανκεστάιν άνθρωπος; Είναι κάτι άλλο; Είναι τα νεκρά σώματα που απαρτίζουν το σώμα του, σώμα ανθρώπινο;
Μήπως τελικά το επόμενο στάδιο στην εξέλιξη του ανθρώπου είναι ένα κράμα ανθρώπου και μηχανής που θα αυξάνει την σωματική και πνευματική δραστηριότητα του; Μπορεί να είναι και έτσι αλλά τηρώ κάποιες επιφυλάξεις. Αν (και αυτό ισχύει και στην γενετική βελτιωτική) οι άνθρωποι μπορούν να αυξήσουν τόσο πολύ τις ικανότητες τους, πως θα χρησιμοποιηθεί αυτό; Μπορεί κάποιος να επωφεληθεί από αυτές τις τεχνολογίες για να φτιάξει τέλειους στρατιώτες ή δολοφόνους (για να θυμηθούμε και το κόμικ) και να καταλάβει τον κόσμο; Πως θα χρησιομοποιηθούν αυτές οι δυνατότητες βελτίωσεις, αυτό πιστεύω είναι το πιο καίριο ερώτημα που πρέπει επιτακτικά να απαντηθεί. Διότι, εμείς οι άνθρωποι, δεν το έχουμε σε τίποτα, με τέτοιες τεχνολογίες, να δημιουργήσουμε νέες Χιροσίμες.

Έρως

Αφορμώμενος από κάποιες ταραχές σε Λύκειο αλλά και από μια έρευνα της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» σχετικά με τους νέους, πήρα την απόφαση να γράψω την άποψη μου σχετικά με το θέμα, θέλοντας να απαντήσω σε κάποιες «Κασσάνδρες» που τείνουν να φέρνουν το τέλος του κόσμου. Με μαθηματική ακρίβεια, μετά από τέτοια περιστατικά βίας στα σχολεία, ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια κάποιοι «ειδικοί» που περιγράφουν με τα μελανότερα χρώματα την διαφθορά και το βόρβορο στα οποία βρίσκεται σήμερα η νεολαία μας. στην καλύτερη των περιπτώσεων, οι ευθύνες θα φύγουν από τους νέους και θα πάνε στους φορείς παιδείας, ήτοι οικογένεια, σχολείο, κοινωνία. Όλοι αυτή η διαδικασία επιρρίψεως ευθυνών δίνει την εντύπωση ότι οι νέοι δεν είναι σκεπτόμενα όντα αλλά άβουλα ανδράποδα τα οποία δεν μπορούν να διακρίνουν το καλό από το κακό και δεν μπορούν να αναλάβουν τις ευθύνες των πράξεων τους.
Αυτή η άποψη προωθείται έντονα από τα ΜΜΕ παρόλο που, κατά τη γνώμη μου και την γνώμη πολλών άλλων είναι τμηματική και ανακριβείς. Αν θέλουμε να μην κινδυνολογούμε και να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα – διότι όντως υπάρχει πρόβλημα αλλά είναι άλλης φύσεως – πρέπει πρώτα να αναλύσουμε και να κατανοήσουμε την ψυχολογία του νέου.
Η ιδιοσυγκρασία του νέου διέπεται από τον όρο «Έρωτας» με την πολύ ευρεία έννοια και όχι με την περιορισμένη εξήγηση της έλξης μεταξύ δύο ατόμων. Αυτή η έννοια είναι αρκετά πολυδιάστατη και θα μπορούσε να παρομοιαστεί με μια φλόγα που κρύβεται καλά μέσα μας. Οι νέοι έχουν το προνόμιο αυτής της φλόγας που εκφράζεται σε όλα τα επίπεδα της ζωής τους: στις μεταξύ τους σχέσεις, στον ελεύθερο τους χρόνο˙ παντού και πάντα. Είναι αυτή που τους δίνει τόση ζωντάνια, αυτή που κρύβεται πίσω από κάθε φιλί, ποίημα, σχέση, μουσική και κάθε επίτευγμα του νέου.
Ο Έρωτας είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την ζωή. «οι άνθρωποι δεν σταματούν να ερωτεύονται όταν γερνάνε. Γερνάνε όταν σταματούν να ερωτεύονται» είχε πει ο συγγραφέας Γκαμπριέλ Γκαρθία Μαρκέζ.
Αυτή η φλόγα, όπως και κάθε φυσική φλόγα, δεν είναι δυνατόν να δαμαστεί, φυλακιστεί, περιοριστεί, κατευθυνθεί και καλουπωθεί βάσει συγκεκριμένων κανόνων του (εγ)κατεστημένου καθωσπρεπισμού. Γι αυτό και οι νέοι είναι τόσο δραστήριοι, τόσο ενεργητικοί και τόσο αντιδραστικοί στις προσπάθειες των μεγαλυτέρων για «συνετισμό». Το μάθημα στην τάξη είναι βαρετό και ανέραστο, χωρίς έμπνευση. Και οι νέοι βαριούνται διότι δεν εκφράζονται μέσα από πράγμα τα που τους ενδιαφέρουν.
Η παραπάνω αντίδραση, λένε οι «Κασσάνδρες» εκδηλώνεται βίαια. Κανένας έφηβος δεν καταφεύγει στη βία ως πρώτη λύση αλλά πάντα επιθυμεί το διάλογο. Στη βία καταφεύγει όταν δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να ακουστεί. Αλλά κι η κατάσταση που ζει δεν του αφήνει και πολλά περιθώρια. Η πειθαρχία στο σχολείο και η πίεση των μαθημάτων, το φόρτωμα ευθυνών, πολλές φορές με εκβιαστικό τρόπο, η πίεση να γίνει καλύτερος μαθητής – φοιτητής κάνουν την κατάσταση έκρυθμη.
Σε δεύτερο πλάνο υπάρχει και η ετικέτα που συνηθίζεται να κολλιέται στους νέους. Αυτός είναι καλός μαθητής, τούτος είναι κακός, αυτός είναι έτσι και ο άλλος γιουβέτσι. Και αρχίζει η συγκριτική φιλολογία: «αυτός είναι καλός μαθητής, να κάνεις ότι κάνει κι αυτός για να γίνεις κι εσύ». «Κοίτα τον πως κάνει, όχι σαν και σένα που είσαι έτσι». Υπάρχει και το αντίστροφο φυσικά: «τι θα πει το κάνουν όλοι; Αν πάνε όλοι να πέσουν από το γκρεμό θα πας και συ»; Το θέατρο του παραλόγου της καθημερινότητας μας.
Οι νέοι έχουν ακόμα και ένα προνόμιο. Μπορούν να λένε αύριο. Το αύριο τους ανήκει. Μπορούν ακόμη να ονειρεύονται, να οραματίζονται. Μπορούν να ονειρεύονται ένα κόσμο δίκαιο, πιο ανθρώπινο, πιο ευτυχισμένο μακριά από όλη αυτή τη διαφθορά που τους χρεώνουν. Οι νέοι ονειρεύονται ένα κόσμο που η σημερινή γενιά, αυτή που τους κατηγορεί τόσο σφόδρα, αυτή η γενιά που επιθυμεί να καλουπώσει σε μια τέλεια ομοιότητα τους νέους της, τους έχει στερήσει.
Οι νέοι είναι η ελπίδα του κόσμου. Και όχι μόνο οι σημερινοί αλλά κάθε γενεάς. Είναι η ευκαιρία να πετύχει το ανθρώπινο είδος εκεί που μέχρι τώρα έχει αποτύχει. Οι νέοι είναι το αύριο. «Και το αύριο είναι από μόνο του καλύτερο. Είναι το κέρδος μιας ακόμη μέρας» όπως έγραψε ο Τίτος Πατρίκιος. Τραγική ειρωνεία: οι επικριτές των νέων σήμερα ήταν οι κατ’ εξοχήν πρωτεργάτες του Μαίου του ΄68 στο Παρίσι και του Πολυτεχνείου το 1973, δηλαδή οι πλέον επαναστάτες του 20ου αιώνα. Γι αυτό ευχαριστώ το θεό που τουλάχιστον η δική μου γενιά έχει πολύ δρόμο ακόμη πριν αρχίσει να κατηγορεί τους νέους της.

Δημητράκης Καρίτσας

Δημητράκης Καρίτσας. Ένα από όνομα. Όπως τόσα και τόσα. 6 Ιουλίου 2005, Μία απλή ημερομηνία. Όπως τόσες άλλες που ήρθαν και θα περάσουν. Όμως για τον Δημητράκη Καρίτσα η 2:45της 6ης Ιουλίου 2005 ήταν καθοριστική για τη ζωη του. Διότι, η 6η Ιουλίου 2005 ήταν και η τελευταία του μέρα. Ήταν μόλις έντεκα χρονών.
Τα γεγονότα έτσι όπως διαδραματίστηκαν έχουν γραφτεί σε εφημερίδες και ειπωθεί σε τηλεοπτικές εκπομπές. Σίγουρα οι δημοσιογράφοι θα μπορέσουν να αφηγηθούν όλη την ιστορία πολύ καλύτερα από ότι εγώ. Οφείλω όμως για όσους δεν ξέρουν (ή δεν θυμούνται) την ιστορία να αναφερθώ στα γεγονότα.
Πρόπερσι το καλοκαίρι δημοσιοποιήθηκε το πρόβλημα του Δημητράκη Καρίτσα.οεντεκάχρονος από τη Ρόδο είχε χτυπηθεί από τον ιό Κοξάκι και από τον και ήδη από τον Μάρτιο του 2004 νοσηλευόταν στο Ωνάσειο καρδιοχειρουργικό κέντρο. Τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς του τοποθέτησαν τεχνητή καρδιά λόγω καρδιακής ανεπάρκειας και τον Μάρτιο του 2005 και αφού η κατάσταση είχε επιδεινωθεί επικίνδυνα του τοποθετήθηκε διπλή τεχνητή καρδιά.
Ένα και μοναδικό μόσχευμα θα μπορούσε να τον σώσει. Και το μόσχευμα δεν βρέθηκε. Ο Δημητράκης άφησε την τελευταία του πνοή στις 2:45 της 6ης Ιουλίου 2005 στο δωμάτιο 606 του 6ου ορόου του Ωνασείου καρδιοχειρουργικού Κέντρου. Όσοι τον ήξεραν τον αποκαλούσαν «η ψυχάρα του Ωνασείου». Όλοι τον αγαπούσαν. Πονούσαν όταν πονούσε, γελούσαν όταν γελούσε χαίρονταν κάθε φορά που έβγαινε νικητής από κάθε δυσκολία. «Τι θέλεις να σου φέρω όταν ξανάρθω» τον είχε ρωτήσει ένας δημοσιογράφος. «Τίποτα, τα έχω όλα» του απάντησε ο Δημητράκης
Αυτός ήταν ο Δημητράκης Καρίτσας που έγινε ο ασθενής του δωματίου 606, που καταντησε ένας ακόμη μέσα στους πολλούς, Another brick in the wall που τραγουδούσαν οι Pink Floyd. Και ξεχάστηκε μέσα στην καθημερηνότητα μας.
Και τώρα κάποιοι (ήδη τους ακούω) θα πουν (και δικαιολογημένα) «Καλά ρε φίλε, εντάξει. Κρίμα ήταν το παιδάκι, λυπόμαστε αλλά η ζωή συνεχίζεται. Και στο κάτω κάτω εμείς τι φταίμε»;
Σε αυτό το οφείλω να εξηγήσω τον σκοπό για τον οποίο γράφω για τον Δημητράκη Καρίτσα και που τον θυμήθηκα δύο χρόνια μετά το θάνατό του. Στόχος μου δεν είναι να ευαισθητοποιήσω την κοινή γνώμη για την δωρεά οργάνων. Στόχος μου είναι να δείξω αυτό που κατά τη γνώμη μου είναι το πιο φριχτό και απάνθρωπο στην ίδια την φύση του ανθρώπου. Θέλω να δείξω πόσο εύκολα ξεχνάμε, όχι ως έθνος (αλίμονο, άλλωστε είμαιστε αλλά ως άνθρωποι, ως κοινωνία.
Μόλις δύο χρόνια από τον τραγικό χαμό εντεκάχρονου παιδιού που δεν πρόλαβε καν να ζήσει τη ζωή και μάλιστα λόγω της δικής μας αδιαφορίας ως κοινωνία και κανείς δεν το θυμάται. Ούτε καν ακουστά δεν το γνωρίζει ως όνομα. Όλοι ξεχάσαμε ένα αθώο άνθρωπο, ένα παιδί που χάθηκε τόσο άδικα και αναίτια. Όπως ξεχάσαμε τους νεκρούς από το τσουνάμι, την τρομοκρατική επίθεση στην Οσετία (ποια είναι αυτή;) και τόσες άλες τραγωδίες που ακόμα κι εγώ έχω ξεχάσει. Όπως θα ξεχάσουμε λίαν συντόμως τους νεκρούς της «Helios» και τις πυρκαγιές στην Αχαΐα.
Έχουμε πια την κατάρα τη λήθης και σαν άλλοι λωτοφάγοι έχουμε ξεχάσει πολλά πράγματα. Κι αν κάποιοι «δήθεν» κλαίνε και οδύρονται ότι έχουμε ξεχάσει η γλώσσα μας, την παράδοσή μας, το έθνος μας και ένα σωρό αλλα εγώ θα θίξω το πιο σημαντίκο από όλα: έχουμε ξεχάσει πως να είμαστε άνθρωποι... κι αρχής γενομένης μύρια έπονται. Αφού ξεχάσαμε να είμαστε άνθρωποι φυσικό και επόμενο είναι να ξεχάσουμε και τον Δημητράκη.
Όλοι μας έχουμε υψώσει υψηλά τείχη και κλειστήκαμε μέσα. Έχουμε δημιουργήσει τον δικό μας φανταστικό κόσμο και τώρα ζούμε ευτυχισμένοι στην δική μας εικονική πραγματικότητα. Έχουμε την δουλειά μας, πληρονόμαστε καλά, τρώμε, πίνουμε διασκεδάζουμε. Σαν να μην υπάρχουν άνθρωποι που χρειάζονται την βοήθειά μας, που κυριολεκτικά πεθαίνουν για αυτή. Άνθρωποι βιώνουν την χειρότερη πλευρά της ζωης από μικροί, που έχουν γνωρίσει τον πόνο. Ανθρωποι που όμως δεν το βάζουν κάτω κι αν ακόμη η καρδιά τους είναι τεχνητή εξακολουθεί να κτυπά ζεστά και δυνατά. Κι όλα ατά την ίδια ώρα που οι υπόλοιποι «φιλήσυχοι» πολίτες ζούμε την ζωή μας με τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις που αφορούν μόνο τον κόσμο εντός των τειχών μας. Το ακόμα πιο τραγικό είναι ότι αυτός ο συγκεκριμένος λαός ευαισθητοποιείται (πάντα δήθεν) κάθε φορά που κάποιος χρειάζεται τη βοήθεια του. Καιτότε με τον Δημητράκη το ίδιο ενδιαφέρθηκε...
Κάποιος υπερβολικά κυνικός θα πει (και με το δίκιο του) «ναι, ζούμε στον κόσμο μας και όντως κοιτάζουμε μόνο τον εαυτό μας, όντως είμαστε δήθεν, όντως προσποιούμαστε ότι ενδιαφερόμαστε και όντως κάνουμε τους καλούς Σαμαρείτες εκ του ασφαλούς. Όμως που είναι το κακό; Γιατί να μην κοιτώ μόνο το συμφέρον μου κι ας καεί ο κόσμος γύρω μου»;
Προβληματίζομαι πάρα πολύ στο θέμα λήθη. Βλέπω γύρω τους ανθρώπους να ζουν τις ζωές τους σαν να μην συμβαίνει τίποτα το κακό στον κόσμο. Και αναρρωτιέμαι: Αν οποιοσδήποτε ενδιαφέρεται μόνο για το δικό του μικρόκοσμο, αν αδιαφορεί για τους άλλους, αν πιστεύει ότι μόνο το δικό του συμφέρον υπάρχει κι αν είναι πρόθυμος να θυσιάσει οποιαδήποτε ηθική αξία στο όνομα της καλοπέρασης τότε πόσο εύκολο είναι για κάποιον φιλόδοξο να καρπωθεί την εξουσία;
Και εξηγώ: η κατάσταση που υάρχει σήμερα δεν διαφέρει πολύ από την ίδια κατάσταση που επικρατει και στα δικτατορικά καθεστώτα. Η πνευματική νάρκη, η κατασκευή ή λήθη γεγονότων που οδηγεί στην δημιουργία ψεύτικων κόσμων, η απάθεια και η αδιαφορία βοηθούν τον εκάστοτε δικτάτορα να αποκτήσει εξουσία. Και σήμερα φοβούμαι μήπως κάποιος εκμεταλλευτεί την απάθεια μας για να μας επιβάλει τις θέσεις του.
Ας μη γελιόμαστε. Δημοκρατία δεν σημαίνειαπλώς ψηφίζω και μέχρι εδώ ούτε παρακολουθώ τις κομματικές αντιπαραθέσεις. Δημοκρατία σημαίνει βοήθεια στους συνανθρώπους. Δημοκρατία σημαίνει αφύπνηση και όχι εφησυχασμός. Δημοκρατία είναι να θέλει ο πολίτης να αλλά ξει τα κακώς έχοντα στην κοινωνία, όχι μόνο να τα επισημαίνει. Ο πολίτης που θέλει να λέγεται πολίτης και άνθρωπος κοιτά το συμφέρον όχι μόνο του εαυτού του αλλά και των αδυνάτων και σε τελική ανάλυση όλων. Ο πολίτης δεν αφήνει τον Δημητράκη και τον κάθε Δημητράκη να ξεχαστεί.
Η περίπτωση του Δημητράκη είναι μια στις χιλιάδες των περιπτώσεων συνανθρωπων μας που χρειάζονται την βοήθεια μας. Δυστυχως τώρα δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα για τον Δημητράκη. Το μόνο που μας απομένει είναι να αποτρέψουμε να έχουμε άλλους Δημητράκηδες. Είναι το ελάχιστοχρέος που έχουμε εμείς οι «καθώς πρέπει» σε ένα 11χρονο παιδι που ζήτησε την βοήθεια μας κι εμείς του στερήσαμε τη ζωή.

Το φαινόμενο ΤΙΝΑ

Πριν λίγες ημέρες διάβαζα στην εφημερίδα ένα άρθρο ενός Ιταλού πολιτικού αναλυτή, ο οποίος εξηγούσε αναλυτικότατα το φαινόμενο ΤΙΝΑ (όχι δεν εννοεί την X-TINA Aguilera). Το ΤΙΝΑ, κυρίες και κύριοι είναι αρχικά (εξου και η κεφαλαιογράμματη γραφή) είναι αρχικά των λέξεων There Is No Alternative, ώπερ εστί μεθερμινευόμενον Δεν Υπαρχει Καμία Εναλακτική.
Επειδή ο κύριος ήταν πολιτικός αναλυτής, ανάλυσε το φαινόμενο ΤΙΝΑ με βάσει την πολιτική εξέλιξη των πραγμάτων. Υποστήριζε, λοιπόν ότι η παγκόσμια πολιτκή καθορίζεται βάσει συγκεκριμένης στρατηγικής και ότι πλέον οι κυβερνήσεις δεν κυβερνάνε αλλά ακολουθούν την προσχεδιασμένη πολιτική που σχεδιάστηκε (αφήνει να εννοειθεί από μεγαλοκεφάλαια). Στην πραγματικότητα, συνεχίζει, δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ δεξιάς και αριστεράς, τουλάχιστον ως προς την διακυβέρνηση διότι όποια κυβέρνηση εκλεγεί, θα ακολουθήσει (με το καλό ή το άγριο) τις βουλήσεις των κεφαλαίων.
Ως παράδειγμα ανέφερε την πολιτική που θα ακολουθήσει η Ελλάδα όσον αφορά το ζήτημα ονομασίας της Πρώην Γιουκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Όποια κυβέρνηση και αν εκλεγεί στην Ελλάδα, λέει, θα αναγνωρίσει στην ονομασία της ΠΓΔΜ το όνομα Μακεδονία διότι υπάρχουν υψηλα κλιμάκια που πιέζουν ασύστολα την ελληνική πλευρά Το αν θα είναι σύνθετη ονομασία, αναφέρει ότι είναι ψιλά γράμματα. Το θέμα είναι ότι There Is No Alternative για την ελληνική πλευρά στο Μακεδονικό ζήτημα.
Και στο κάτω κάτω, συμπληρώνω εγώ, ξέρετε καμία χώρα που να υπερασπίζεται μόνη της τα συμφέροντα της και να τα καταφέρνει; Μήπως όλη υφήλιος δεν είναι λίγο πολύ ένα αμερικανικό προτεκτοράτο; Η μήπως έχουμε την αυταπάτη ότι υπάρχει ανεπτυγμένο κράτος που να μην δίνει λογαριασμό στις Η.Π.Α; Τελικά όντως είτε σε μικρό, είτε σε μεγάλο βαθμό δεν υπάρχει εναλακτική. Στην καλύτερη των περιπτώσεων θα υπάρξουν διαβουλεύσεις και διαπραγματεύσεις για να πειστούμε να ακολουθήσουμε το ρεύμα. Στην χειρότερη παίζει το εμπάργκο και μια επίθεση.
Όμως αυτό που με προβληματίζει είναι αν αυτό το (τραγικό) φαινόμενο επηρεάζει μόνο την πολιτική ζωή και όχι τους υπόλοιπους τομείς της απλής, καθημερινής και αμέριμνης ζωής μας. Αλλά φευ φίλες και φίλοι.
Θυμάμαι από μικρο με είχαν μεγαλώσει με την πλέον αντιφασκόμενη, σύμφωνα με τον συγγραφέα Νίκο Δήμου, ιδεολογία που ακούει στο όνομα: Ελληνοχριστιανικός πολιτισμός. Και μετά αφού με γαλουχήσανε με τις αξίες του ένθερμου πατριώτη που μισεί τους «βάρβαρους» και του ευσεβούς χριστιανού που αγαπά όλο τον κόσμο με στείλανε στο σχολείο.
Εκεί να δείτε εναλλακτικές. «Πρέπει να είσαι πρώτος στα μαθήματα, να διαβάζεις πολύ, πρέπει να μορφωθείς, να μάθεις γράμματα για να τσιμπήσεις καμιά δουλειά στο δημόσιο να μην σε τρώει το κρύο και το αγιάζι σαν τους χτίστες, να πάρεις και ένα σπίτι να μην σε τρώνε τα νοίκια (τι νοίκια να πληρώνω 9 χρονών παιδί;;;;), να κάνεις και οικογένεια κτλ κτλ κτλ». Πέραν από το όνειρο που έχει ο μέσος γονιός για το παιδί του και τις πρωτοποριακές απόψεις του για την χρησιμότητα της παιδείας υπάρχει και η άλλη εναλλακτική λύση (όταν το παιδί δεν ακούει την φωνή της λογικής»): «δεν χρειάζεται να είσαι πρώτος μαθητής, εμείς σ’αγαπάμε όπως είσαι, αλλά αν δεν διαβάσεις και βγεις πρώτος δεν θα σου πάρω το ποδήλατο που θες». Και μετά σου λένε ότι ο εκβιασμός είναι ποινικό αδίκημα...
Όταν το παιδί φτάσει σε μια πιο ώριμη ηλικία και έρχεται η στιγμή να επιλέξει τον κλάδο του υπάρχουν εναλλακτικές; Σίγουρα περισσότερο από άλλες φορές. «τι μαθήματα να πάρω;» «’Η Η\Υ ή Οικονομικά διότι μόνο αυτά τα επαγγέλματα έχουν μέλλον στην αγορά εργασίας. Ίσως και δικηγόρος ή γιατρός για να έχω κοινονικό status». «Τι θα πει θες να γίνεις φιλόλογος; Για να μέινεις δέκα χρόνια αδιόριστος;»
Στην αγορά εργασίας τα πράγματα στενεύουν διότι κυριολεκτικά είναι μονοδρομος. Και το όνομα του Μεσσία που θα σώσει τον εργαζόμενο είναι: Δημόσιος τομέας. Όλοι (και εννοώ όλοι) θέλουμε να μπούμε σε αυτόν τον... τιμημένο τομέα που θα μας απαλλάξει από όλα τα δεινά και θα μας (χρυσο)πληρώνει για να ξύνουμε... την πλάτη μας.
Το πιο τραγελαφικό της ιστορίας είναι όταν πια αυτή η γενιά γίνει η άρχουσα τάξη και φτάσει να κάνει απογόνους, θα κάνει ακριβώς τα ίδια που έκανε και η προηγούμενη. Η οποία επαναλάμβανε λάθη της προηγούμενης. Μπορεί να μην λέγεται δημόσιο ή οικονομικές σπουδές. Αλλά σίγουρα δεν θα αφήνει την παραμικρή εναλλακική λύση στην επόμενη γενιά που θα είναι υποχρεωμένοι (όπως και μεις είμαστε λίγο πολύ σήμερα) να ακολουθούμε την γραμμή που χαραχτηκε για μας χωρίς εμάς.
Στόχος του πιο πάνω άρθρου δεν είναι κατηγορήσει κανένα ούτε να πει τι είναι σωστό και τι όχι∙ δεν είμαι το αρμόδιο άτομο να το κάνει. Το μόνο που θέλω είναι να ξεδιπλώσω κάποιες σκέψεις που αφορούν που σημαντικά θέματα και που δυστυχώς λαμβάνονται αψήφιστα υπόψη.
Αν λοιπόν, τα πιο πάνω αληθεύουν και όντως οι εναλλάκτικές που έχουμε είναι πολύ περιορισμένες τότε έχουμε υποχρέωση να προβληματιστούμε όλοι. Και ο προβληματισμός είναι απαραίτητος πριν προβούμε σε οποιαδήποτε ενέργεια γιατί μόνο όταν έχουμε μελετήσει προσεκτικά το θέμα μπορούμε να φέρουμε αποτελέσματα. Αν λοιπόν η ΤΙΝΑ είναι καλό να υπάρχει, τότε ας συνεχίσουμε την παράδοση. Αν όχι τότε ας βάλουμε ένα επιπλέον άρθρο στο χάρτη των δικαιωμάτων «το δικαίωμα στην εναλλακτική επιλογή». Αλλά πρώτα ας προβληματιστούμε.

Wednesday, December 12, 2007

Γιατί έβαλα land στο blog

Γιατί άραγε έβαλα land αντί man στο blog; Πρέπει να σας ομολογήσω ότι εκτός από ανεκδιήγητος "φιλόσοφος" τυγχάνει να έχω γράψει και μερικές εκτενείς ιστοριες (θα ήταν προσβολή στους συγγραφεις αν τα αποκαλούσα βιβιλία), τρεις τον αριθμό και άλλες δύο που έχω στα σκαριά. Αυτές οι ιστορίες, εκτός από σκέψεις και λίγους προβληματισμούς, είναι απολύτως φανταστικές. περιγράφουν είτε ανύπαρκτες χώρες, είτε ανύπαρκτα γεγονότα στον σημερινό κόσμο, είτε φανταστικές ιστορίες από το εγγύς μέλλον. Ομολογώ ότι με γοητεύει βαθύτατα αυτή η αίσθηση. Δεν μπορώ να το χαρακτηρίσω αλλιώς. Είναι αίσθηση. Όπως ακριβώς όταν ακούω την μουσική των Nightwish και νομίζω ότι ζω τον κάθε στίχο από το Elvenpath και το Wishmaster μέχρι το End of all Hope και το Wish I Had an Angel. "Ένας συγγραφέας χρησιμοποιεί τα ψέματα για να πει μια αλήθεια". Δεν είναι δικό μου το ρητό και δεν παρνιέμαι καθόλου για συγγραφέας. Απλά ότι γράφω είναι εκφάνσεις του εαυτού μου. Όπως σε κάθε δημιουργικη΄ασχολία μας, έτσι και σε αυτό ένα κομμάτι από μένα βρίσκεται εκεί. Για αυτό πιστεύω ακράδαντα ότι ο κάθε ένας από εμάς είναι περισσότερο από ένας άνθρωπος. Είναι ένας ολόκληρος κόσμος.

Η Αβάσταχτη Βαρύτητα της Σκέψης

Δοκιμάσατε ποτέ σας να σκεφτείτε; Φυσικά θα μου πειτε όλοι σκεφτόμαστε. Όμως δοκιμάστε να προβληματιστείτε για πέντε λεπτά σοβαρά να δείτε την κατάσταση που υπάρχει και θα δείτε τι εννοώ. Το περιβάλλον βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή, η σκιά του πολέμου κρέμμεται σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από τα κεφάλια μας, τα παιδιά στην Αφρική που πεινάνε, τους νεκρούς από τισ επιθέσεις αυτοκτονίας, τις ασθένειες και τις μολύνσεις και άλλα πολλά περισσότερα. Πόσες φορες τα σκεφτόμαστε εμείς όμως; Κάθε Πάσχα και Χριστούγεννα, με το Πάσχα αμφίβολο. Σκέφτειτε έναν άνθρωπο που τα σκέφτεται όμως. Έναν άνθρωπο που σκέφτεται τι πρέπει να κάνει και αν πρέπει να κάνει κάτι. Έναν άνθρωπο που μπορεί να σκέφτεται με πέντε διαφορετικούς τρόπους. Που μπορεί να να βρει δίκιο σε δύο αντικρουόμενες απόψεις. Που μπορέι να σκέφτεται και να προβλήματίζεται για το έθνος, την κοινωνία, τον έρωτα, τα παγκόσμια προβλήματα. Πολυ κουραστικό όντως. Σκεφτείτε ότι αυτό το κάνω κάθε μέρα για περίπου τρία χρόνια. Ακόμα και τώρα που το γράφω σκέφτομαι εντατικά. Αυτή η σκέψη μου κόστισε τρεις σχέσεις, τη κοινωνικότητα μου, την σχέση μου με τουσ γονείς μου ακόμη και το πιο μικρό μου χαμόγελο. Ανησυχώ και προβληματίζομαι με το κάθετι. Ποιος από σας θα μπορούσε να το (με) αντέξει; Ακόμα και εγώ νιώθω να καταπλακόνομαι κάτω από αυτό το βάρος. Για αυτό ζηλεύω και μισώ όποιον δεν έχει σκεφτεί τίποτα από όλα αυτά. Ευτυχώς όμως υπάρχει μια κοπέλα που κάνει έστω και για μερικά λεπτά ευτυχισμένο και σε αυτό το διάστημα δεν σκέφτομαι τίποτα. Και εγώ πρέπει να διαλέξω. Μια ευτυχία χωρίς σκέψη ή μια μοναξία με την παρηγοριά των σκέψεων μου; Θα το σκεφτώ.

Καλωσόρισμα

Σε χαιρετώ φίλε αναγνώστη που διαβάζεις αυτή τη στιγμή αυτό το - ας πούμε καλωσόρισμα - στο blogspot μου. Το Thoughts from a solitary land δημιουργήθηκε για να καλύψει τις ανάγκες μου για σκέψη, έκφραση, επικοινωνία. Όταν δεν μπορείς να επικοινωνήσεις με κανένα, όταν οι ανέκφραστες σκέψεις σε πνίγουν χωρίς έλεος, τότε ευτυχώς που υπάρχει και αυτό το γ... το internet που μου παρέχει αυτή τη δυνατότητα να γράφω και να δημοσιοποιώ τις σκέψεις μου. Αναρωτιέμαι αν πρέπει να αποκαλύψω κάτι από την ταυτότητα μου. Το μόνο που θεωρώ απαραίτητο είναι ότι είμαι ένας εικοσάχρονος νεαρός από την Κύπρο που προσπαθεί να σκέφτεται όσο το δυνατόν περισσότερο και να κρίνει τους ανθρώπους όσον το δυνατόν λιγότερο. Ελπίζω αυτό το blogspot να μην είναι τόσο κουραστικό και βαρετό.

Με απέραντη εκτίμηση
Μεταθρον.