Sunday, May 11, 2008

Το Παρελθόν

Αυτός που είπε οτι το παρελθόν θυμάται και ότι σε στοιχιώνει και δεν σε αφήνει σε ησυχία και ότι δεν μπορούμε να το ξεφορτωθούμε τόσο εύκολα πρέπει να νήστευε σαράντα μέρες για να το πει. Εκτός κι αν ήταν παθών σαν εμένα όπώτε αλλάζει το πράγμα. Όπως και να έχει το πράγμα αυτή είναι η πικρή αλήθεια. Το παρελθόν κυνηγάει όσους προσπαθούν να το θάψουν. Είναι σαν αυτά τα ζόμπι που βλέπουμε στις ταινίες που ενώ είναι πεθαμένα ζουν.
Η ιστορία ξεκινά πριν τρία χρόνια όταν αποφοίτητσα από το λύκειο και κατατάχτηκα στα όπλα. Τότε είχα λίγους φίλους, κυρίως φίλες, και γνωστούς. Είχα συμμετάσχει και σε μια θεατρική παράσταση και γνώρισα περισσότερο κόσμο και, για να μην πολυλογώ, δόξα τω Θεώ δεν υπήρχε ο κίνδυνος της μοναξιάς. Θα μπορούσα να πω ότι ήταν μια από τις καλύτερες περιόδους της ζωής μου.
Αυτό άλλαξε όταν πήγα στο στρατό. Ήμουν ξένος ανάμεσα σε ξένους, χωρίς κανένα γνωστό και φίλο δίπλα μου. Ναι ήταν αναμενόμενο. Αλλά ήταν δύσκολο. Όλοι οι φίλοι μου (που ήταν κατά το συντριπτικό μέρος τους γυναίκες) έφυγαν είτε για το εξωτερικό για να σπουδάσουν είτε όσες έμειναν στην Κύπρο άλλαξαν τρόπο ζωής, συνδέθηκαν με άλλους ανθρώπους.
Η αλήθεια είναι ότι ήμουν μόνος. Και χρειαζόμουν κάποιον να είναι δίπλα μου. Δυστυχώς δεν υπήρχε κανένας. Άλωστε ήταν φυσιολογικό. Υπήρχε μεγάλη απόσταση που το εμπόδιζε και στο κάτω κάτω τώρα ζούσαν μια νέα ζωή εντελώς διαφορετική από την δική μου.
Και αποφάσισα να διακόψω κάθε σχέση με το παρελθόν. Να θάψω κάθε ανάμνηση που υπήρχε σαν να μην υπήρξε ποτέ. Μάλωσα με τον κάθε ένα που ήξερα, του είπα αυτά που αισθανόμουν. Κι όλα αυτά για να καταλάβω ένα χρόνο μετά ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν θύμιζαν σε τίποτα αυτούς που ήξερα.
Ομολογώ οτι προς στιγμή νόμισα ότι τα κατάφερα.
Και ξαφνικά εκεί που δεν υπήρχε κανένας από το παρελθόν και νόμισα ότι ήμουν έτοιμος να ξαεκινήσω από την αρχή, εμφανίστηκε το παρελθόν από την κρύπτη. Ήταν μια συμπρωταγωνίστρια μου στην θεατρική παράσταση (για την οποία έτρεφα κάποια συναισθήματα) με την οποία δεν είχαμε μέχρι τότε ιδιαίτερες σχέσεις, και μάλιστα είχαμε να μιλίσουμε ακρετό καιρό και να ειδωθούμε ακόμη περισσότερο. Και όχι μόνο έρχεται αλλά και αναπτύσσουμε εξερετικά φιλικές και στενές σχέσεις.
Τώρα έχω σχεδόν ένα χρόνο που απολύθηκα και εξακολουθούμε να έχουμε στενές σχέσεις. Τώρα έχω θάψει και το παρελθόν του στρατού σαν να μην υπήρξε ποτέ. Άλλωστε δεν ήταν και η καλύτερη φαση μου
Και εκεί που πάλι ειπα έχς τελειώσει με το παρελθόν πάλι ήρθε και μου κτύπησε την πόρτα. Και μάλιστα ήταν μια φίλη μου με την οποία τα είχαμε τσουγκρίσει αγρίως. και ξαφνικά μου μιλάει και μου ζητάει και συγνώμη.
Τι κατάλαβα; Ότι και να κάνουμε το παρελθόν μας κυνηγάει από πίσω. Δεν μπορούμε να του ξεφύγουμε και συνέχεια σκοντάφτουμε πάνω του. Άλλες φορές για καλό κι άλλες για κακό. Αλλά δεν πεθαίνει ποτέ.

Thursday, April 10, 2008

Οι Μεγάλες Αλλαγές 2

Αν κοιτάξετε στις προηγούμενες αναρτήσεις, θα δείτε ένα κείμενο με τον ίδιο τίτλο. Σε εκείνο πραγματεύομαι το γεγονός ότι οι μεγάλες αλλαγές έρχονται σταδιακά στη ζωή μας, σχεδόν ανεπαίσθητα.
Αυτό το κείμενο έχει σκόπο να εκφράσει την αντίθετη άποψη.
Φάσκω και αντιφάσκω θα μου πείτε.
Έχετε δίκιο.
Αλλά αυτό μου δίνει χαρά.
Δεν μένω σε σταθερές θέσεις αλλά συνέχεια αναρρωτιέμαι για αυτές. Ψάχνω. Αυτό έχω υποχρέωση να κάνω σαν φιλόσοφος. Να σκέφτομαι πολύπλευρα και πολλές φορές να υποστηρίζω αντίθετες απόψεις.
Τέλος πάντων. Θα αρχίσω με μια ημερομηνία. 10 Απριλίου 2007. Μια ημερομηνία. Θα μπορούσε να είναι τα γενέθλια κάποιου. Και είναι. Είναι τα γενέθλια μου.
"Οτι γενιεται απο σάρκα, είναι σάρκα. Ότι γενιεται από πνεύμα είναι πνεύμα" είπε ο Ιησους. Κι εγώ γεννήθηκα πνευματικά, ψυχικά εκείνη την μέρα.
Τι είναι η 10η Απριλίου για μένα; Τα πάντα. Η Αρχή και το Τέλος. Η ζωή μου η ίδια. Η μέρα που άλλαξε τον κόσμο. Ποτέ μια ημερομηνία δεν συνδέθηκε τόσο πολύ με ένα άτομο, όσο αυτή η ημερομηνία με μένα. Γιατί λίγες φορές μια αλλάγή δεν έγινε τόσο έντονα και τόσο συνειδητά.
Ήταν η μέρα που φίλησα για πρώτη φορά. ΄
Είχα πει ότι όπως ξυπνάμε κάθε μέρα, έτσι ακριβώς κοιμόμαστε. Οι ίδιοι άνθρωποι.
Εκείνη την μέρα ξύπνησα αλλά κοιμήθηκα εντελώς διαφορετικός άνθρωπος. Εκ διαμέτρου αντίθετος από πριν
Το πρωί: Καταθλιπτικός, με αυτοκτονικές τάσεις, ελάχιστους φίλους, με έντονη αλλεργία στο γέλιο και σε οτιδήποτε χαρούμενο
Την νύχτα: Χαμόγελο μέχρι τα αφτιά σε σημείο να ανησυχουν οι γονείς μου που με βλέπουν χαρούμενο. Ακόμα προσπαθώ να πείσω την μάνα μου ότι δεν είχα πυρετό.
Δεν προσπαθώ να δείξω τι σήμαινε και σημαίνει αυτό το φιλί για μένα. Είναι προφανές ότι ήταν το καθοριστικό σημείο στην ζωή μου. Η ημέρα που άλλαξε τον κόσμο. Τα πρώτα μου γενέθλια σαν νέος άνθρωπος.
Χρειάστηκαν πέντε δευτερόλεπτα για να αλλάξουν δεκαοχτώ χρόνια ζωής.

Saturday, March 29, 2008

Η Κυρία του Καταράκτη

Στην Μοναχική χώρα, ζούσε ένας ξυλοκόπος που ήταν πολύ καλός άνθρωπος. Αυτός ο ξυλοκόπος είχε παντρευτεί μια πολύ όμορφι γυναίκα αλλά, η γυναίκα του είχε πεθάνει πάνω στην γέννα. Ό γιός του όμως σώθηκε και δεν παρουσίασε κανένα απολύτως πρόβλημα. Ήταν ένα υπάκουο παιδί που όταν μεγάλωσε έγινε ένας ρωμαλέος άνδρας.
Ο Ξυλοκόπος ζούσε μόνος του μαζί με τον γιο του στο μεγάλο Δάσος λίγο έξω από την πόλη. Ο γιός του τον βοηθούσε πολύ με την δουλειά και οι ημέρες περνούσαν ήρεμα, όπως σε κάθε σπίτι που βρίσκεται στην εξοχή.
Μια μέρα, ο ξυλοκόπος είχε πάει στην πόλη για να διευθετήσει κάποιες δουλειές και να πουλήσει την ξυλεία του και άφησε τον γιο στο σπίτι. Πέρασε η ώρα και νύχτωσε. Ο ξυλοκόπος ήξερε ότι ήταν επικίνδυνο να πάει στο δάσος την νύχτα και έτσι έμεινε στην πόλη. Ο γιός του όμως ανησύχησε και βγήκε στο δάσος να τον ψάξει, μήπως και χάθηκε στο δρόμο.
Έψαξε κάθε γωνιά του δάσους, κάθε δέντρο και κάθε θάμνο αλλά δεν τον βρήκε πουθενά. Κάποια στιγμή έφτασε σε ένα καταράκτη και έκατσε σε μια πέτρα για να ξεκουραστεί. Τότε μέσα από τον καταράκτη βγήκε μια κοπέλα, με ένα άσπρο φόρεμα και ξανθιά μακριά μαλλιά.
Ο γιος του ξυλοκόπου έμεινε έκθαμβος από την ομορφιά της και δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη.
Τελικά μετά από πάρα πολύ ώρα, γνωρίστηκαν και μίλησαν για πάρα πολύ ώρα. Η κοπέλα ήταν ένα ξωτικό του νερού και ζούσε μέσα στον καταράκτη μαζί με τα άλλα ξωτικά. Κανονικά είναι αόρατη στους ανθρώπους αλλά μερικές φορές βγαίνει από τον καταράκτη με την μορφή κοπέλας και βλέπει πως είναι ο κόσμος. Αυτός της μίλησε για το δάσος και για το σπίτι του. Της είπε ότι ένιωθε πολύ μόνος στο δάσος και ότι σπάνια έβλεπε άνθρωπο.
Τελικά, ο ήλιος ξημέρωσε και έπρεπε να γυρίσουν στα σπίτια τους. Αλλά υποσχέθηκαν να ξανασυναντηθούν.
Ο ξυλοκόπος γύρισε την ίδια ώρα που γύρισε και ο γιός του. Τον ρώτησε που είχε πάει αλλά δεν του είπε ότι γνώρισε το ξωτικό. Του είπε μόνο πως είχε ξυπνίσει νωρίς.
Την επόμενη μέρα το απόγευμα πήγε στον καταράκτη αλλά δεν την βρήκε εκεί. Το ίδιο και την επόμενη μέρα. Και την μεθεπόμενη. Ο γιος του ξυλοκόπου άρχισε να λυπάται πολύ που δεν έβλεπε το αγαπημένο του ξωτικό.
Μέχρι που μια μέρα περίμενε να κοιμηθεί ο πατέρας του και πήγε κρυφά στον καταράκτη. Και το ξωτικό ήταν εκεί και τον περίμενε.
Το πρόβλημα ήταν μεγάλο. Τα ξωτικά δεν μπορούν να εισέλθουν στον κόσμο των ανθρώπων πριν από τα μεσάνυχτα, για αυτό δεν την είχε βρει τις άλλες μέρες.
Δεν το σκέφτηκε δεύτερη φορά. Κάθε νύχτα την παιρνούσε κοντά στο ξωτικό που ήδη είχε αρχίσει να ερωτεύεται. Αλλά το ξενύχτι και η σκληρή δουλειά τον είχαν καταβάλει. Κάθε φορά που τον έβλεπε το ξωτικό, ήταν πιο πολύ κουρασμένος.
"Δεν πρέπει να έρχεσαι κάθε βράδυ. Δεν είναι σωστό. Θα πάθεις τίποτα..."
"Δεν καταλαβαίνω. Θα κάνω αυτό που με κάνει ευτυχισμένο. Και αυτό είναι να είμαι μαζί σου."
Αλλά δυστυχώς η κούραση και η έλλειψη ύπνου τον κατέβαλαν. Την επόμενη μέρα έπεσε στο κρεβάτι με αδυναμία και πυρετό. Ο γιατρός που τον κοίταξε κούνησε απλά το κεφάλι του. Η αδυνμία του οργανισμού του δεν του άφηνε πολλά περιθώρια...
Το έμαθε το ξωτικό και έτρεξε αμέσως στο σπίτι του νεαρού. Μόλις τον είδε έβαλε τα κλάμματα.
"Θα έπρεπε να χαίρεσαι κι όχι να γελάς"
"Γιατί";
"Διότι, με έκανες ευτυχισμένο. Και ειναι πολυ σημαντικο να ζεις ευτυχισμενες στιγμες με οποιοδήποτε κόστος. Πρέπει να κάνουμε πράγματα που μας κάνουν ευτυχισμένους. Άλλωστε μια ζωή τελειώνει έτσι κι αλλιώς. Εσύ πρέπει να χαίρεσαι που την έκανες να τελειώσει ευτυχισμένα¨.
"Είναι άδικο".
"Καθόλου. Η ευτυχία δεν δημιουργήθηκε για να κρατάει πολυ. Αλλά το να κάνεις του άλλους ευτυχισμένους, αυτό είναι το πιο ωραίο πράγμα που μπορείς να κάνεις."
"Και εγώ τι θα γίνω χωρίς εσένα;"
"Προσπαθησε να κάνεις τους υπόλοιπους ευτυχισμένους. Και να αγαπάς όσο πιο πολύ μπορείς. Και εγώ θα είμαι για πάντα δίπλα σου.¨"
Την επόμενη μέρα έγινε η κηδεία. Ο πατέρας του νεαρού, πέθανε και ξεχάστηκε. Αλλά ακόμη και σήμερα ακούγονται ιστορίες για το φάντασμα του νεαρού που περπατάει κοντά στον καταράκτη και αντικρύζει την αγαπημένη του.

Tuesday, March 25, 2008

Ο Πριγκιπας απο την Μοναχική Χώρα.

Μια φορά κι ένα καιρό ήταν ένας πρίγκηπας που το βασίλειο του ήταν όλη η μοναχική χώρα. Ο πρίγκηπας είχε τα πάντα, δεν του έλειπε απολύτως τίποτα. Είχε τα καλύτερα φαγητά, τα καλύτερα ρούχα, το καλύτερο κρεβάτι και πολλούς πολλούς υπηρέτες. Η ζωή κυλούσε αμέριμνα για τον μικρό πρίγκηπα που νόμιζε ότι ήταν ευτυχισμένος αφού τα είχε όλα.
Μέχρι που μια μέρα είδε ένα υπηρέτη του να φιλάει στο στόμα μια υπηρέτρια του. Ο πρίγκηπας θύμωσε πάρα πολύ με την συμπεριφορά των δύο υπηρετών του που διέταξε να τους κρεμμάσουν από την κορυφή του παλατιού του.
Την επόμενη μέρα, όταν του πέρασε ο θυμός, κάθησε και σκέφτηκε γιατί είχε θυμώσει πάρα πολύ με τον υπηρετή. Του πήρε μερικούς μήνες για να καταλάβει τι έφταιγε ακριβώς αλλά τελικά το βρήκε. Ο πρίγκηπας δεν είχε βρει ακόμη το ταίρι του και οτιδήποτε αφορούσε τον έρωτα τον έκανε να πέφτει σε μελαγχολία. Άλλαξε και ο χαρακτήρας του, έγινε πιο σκληρός με τους ανθρώπους και απομακρύνθηκε περισσότερο από αυτούς.
Εν τούτοις ούτε αυτή του η αντίδραση, ούτε το κάπνισμα (όπως ισχυρίσθηκαν κάποιοι γνωστοί του) δεν τον έκαναν περισσότερο ευτυχισμένο αλλά αντίθετα τον έκαναν περισσότερο επιθετικό και δυστυχισμένο.
Μέχρι που μια μέρα, πήρε την μεγάλη απόφαση. Θα έβγαινε στον κόσμο για να ψάξει για το ταίρι του. Μόνο αυτό θα μπορούσε να ήταν η λύση στο πρόβλημα του.
Πέρασε ένας, δύο τρεις, πέντε, δέκα μήνες και ο πρίγκηπας δεν είχε βρει ακόμη το ταίρι του. κάθε κοπέλα που γνώριζε του φαινόταν πως τις έλέιπε κάτι, πως κάτι δεν ταίριαζε καλά. Μέχρι που μια μέρα είπε "Φτάνει πια. Η επόμενη κοπέλα θα είναι και η τελευταία. Κουράστηκα. Αν δεν είναι ούτε η επόμενη αυτή που ψάχνω τότε, θα πρέπει να αποφασίσω αν πρέπει να ζήσω δυστυχισμένος ή να μην ζω καθόλοϋ".
Το άκουσε ο Μέγας Θεός της Μοναχικής χώρας και είπε στις κόρες του, την Τύχη και την Δικαιοσύνη, να βρουν το άλλο μισο του πρίγκηπα και να τους κάνουν να γνωριστούν, διότι ο πρίγκηπας είχε απελπιστεί και αφού κατά βάθος ήταν καλό παιδί ο πρίγκηπας, θα ήταν άδικο να να ζει δυστυχισμένος.
Και γνώρισε ο πρίγκπας το άλλο μισό του. Από την πρώτη στιγμή που την άγγιξε ήξερε ότι ήταν αυτή. Και ο πρίγκηπας άρχισε να της μιλάει ωραία και ρομαντικά, να της κάνει δώρα και να είναι σαν μικρό αρνάκι όταν είναι αυτή κοντά του. Και αυτή, αν και δεν ήταν από βασιλική οικογένεια, της άρεσε ο πρίγκηπας γιατί ήταν καλός και ευγενικός μαζί της.
Όταν το έμαθε ο λαός του πρίγκηπα παραξενεύτηκε και πολύ περισσότερο όταν τον είδαν να μαλακώνει και να συμπεριφέρεται πολύ ευγενικά και καλοσυνάτα με όλους. "Μα σίγουρα είναι αυτός ο πρίγκηπας μας, που ήταν σαν άγριο θηρίο; Αυτός είναι πιο άκακος και απο περιστέρι".
Έζησαν για αρκετό καιρό μαζί, και κάθε μέρα αντί να ξεθωριάζει ο έρωτας του για την κοπέλα, φούντωνε όλο και περισσότερο. Και η κοπέλα σιγά σιγά άρχισε να ερωτεύται κι εκείνη τον πρίγκηπα.
Μέχρι που μια μέρα η κοπέλα αρρώστησε και χρειάστηκε ένα γιατρό. Ο πρίγκηπας δεν το σκέφτηκε δεύτερη φορά και έφερε τον καλύτερο γιατρό της χώρας. Η κοπέλα όμως ήταν βαριά άρρωστη και η ασθένεια της κράτησε για πολύ καιρό. Ο πρίγκηπας προσπαθούσε να την κάνει να νιώθει όσο πιο άνετα γινόταν και ξόδευε τεράστια ποσά για τους γιατρούς και τις ανέσεις της, τόσα που όταν πλέον έγινε καλά η κοπέλα ο πρίγκηπας είχε πουλήσει όλη του την περιουσία και τώρα δούλευε στα χωράφια του για να ζήσει την οικογένεια του.
Η κοπέλα στενοχωρήθηκε πολύ που ο άντρας της, πούλησε για χάρη της όλη του την περιουσία και τώρα βασανίζεται στην πιο βαριά χειρωνακτική δουλειά. "Δεν έπρεπε να πουλήσεις όλη σου την περιουσία για μένα. Τώρα νιώθω άσχημα που βασανίζεσαι στα χωράφια. Δεν χρειαζόταν να μου αποδείξεις ότι με αγαπας".
Ο πρίγκηπας όμως δεν την άκουγε και μια μέρα της απάντησε: "Σ'αγαπώ όσο τίποτα άλλο στον κόσμο και δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι λιγότερο για σένα. Δεν το έκανα για να σου αποδείξω κάτι αλλά μόνο και μόνο διότι νιώθω ευτυχία όταν σου προσφέρω ότι μπορώ. Όταν είχα πολλά σου τα έδωσα όλα, και τώρα που έχω λίγα πάλι ότι έχω θα σου το προσφέρω. Κι άλλωστε το μοναδικό πράγμα που με κάνει ευτυχισμένο είσαι εσύ και τίποτα άλλο δεν έχει σημασία, ούτε φαγητά, ούτε ύπνος, ούτε ρούχα ούτε πλούτη. Για αυτό να μην νιώθεις άσχημα αλλά να χαίρεσαι με την ευτυχία μου".
Δυστυχώς η κοπέλα δεν κατάλαβε τι ήθελε να πει ο πρίγκηπας και εξακολουθούσε να στενοχωριέται για τα βάσανα του συζύγου της. Αλλά ο πρίγκηπας εξακολουθούσε να της προσφέρει ότι μπορούσε καί ήξερε ότι η στενοχώρια της γυναίκας του προερχόταν από την αγάπη που του είχε.
Και εξακολουθούν να ζούν, χαμένοι κάπου στην Ανατολική Μεσόγειο.

Monday, February 25, 2008

20 Φεβρουαριου

Θυμάται κανείς το δημοσίευμα στις 17 του Δεκέμβρη; Αν όχι ξανακοιτάξτε το. Λοιπόν, συνεχίζω, με την εν λόγω κυρία κάναμε μια πολύ, πάρα πολύ, έως τεράστια μπορώ να πω πρόοδο. Βρήκαμε μια λύση και τώρα οι σχέσεις μας είναι καλύτερες από ποτέ. Αλλά νομίζει ότι δεν το έχω καταλάβει. Κι όμως ξέρω το πολύ καλά. Αν αναλογιστούμε τι λέγαμε τον περασμένο Απρίλιο, και τι λέμε τώρα, φαντάζεστε τι μπορεί να λέμε τον Μάιο, όταν δηλαδή την ξαναδω.
Χρόνος. Αυτό και μόνο αυτό την βοήθησε να βρούμε την λύση. Όσο περνούσε ο χρόνος τόσο συνήθιζε στην ιδέα (του φιλιού) και δόξα τω Θεώ όλα πήγαν κατ'ευχήν. Αλλά, μιλώντας για τον Μάιο, το ερώτημα είναι επιτακτικό. Πόσο χρόνο χρειάζεται για να συνηθίσεις μια ιδέα και πόσο χρόνο είσαι διατεθειμένος να δώσεις;
Αν κάποιος μου έλεγε ότι πολιορκούσε μια γυναίκα για να την ρίξει στο κρεβάτι επι ένα χρόνο χωρίς αποτέλεσμα, θα του έλεγα ότι είναι μ... (λογοκρισία). Τώρα που το κάνω εγώ, λέω ότι είμαι ερωτευμένος. Γ... τα κι άφησέ τα. όχι πείτε μου είναι λογικό;
Η αλήθεια να λέγεται ότι έχει πολύ καλό λόγο για να μην προχωρήσει. Αλλά και πάλι, εγώ τι φταίω; γιατί δεν πάω σε κάποια άλλη. Ακόμα και η ίδια θα συμφωνούσε ότι δεν είμαι υποχρεωμένος να την περιμένω πότε θα το πάρει απόφαση. Αλλά μένω και ελπίζω στο μέλλον.
Το μέλλον είναι μια πιθανότητα. Στην περίπτωση μας είναι ή οτι θα το κάνει ή ότι δεν θα το κάνει. Σε όλες τις περιπτώσεις είναι αν θα έρθει εκείνη η στιγμή για μένα ή αν δεν θα έρθει ποτέ. Και στις δύο περιπτώσεις είναι ρίσκο και δυστυχώς δεν υπάρχει κάποια εγγύηση. Ποιος μου λέει ότι δεν θα μου ζητήσει κι άλλο χρόνο το Μάιο;
Η κυρία μου κάνει την ζωή δύσκολη. Κι εγώ την δική της. Το πως τα βρίσκουμε μόνο ο Θεός ξέρει. Κι ας ελπίσουμε ότι θα βάλει το χέρι του γιατί αν περιμένουμε από μας "Βράσε ρίγανη και βαλ' του ρύζι".

Sunday, February 10, 2008

Η Πέμπτη Λύση

Όπως μάθαμε στο μάθημα της «Νέωτερης Φιλοσοφίας» ο Hugo Grotius μίλησε για τις τρεις μεθόδους επίλυσης μιας διαφοράς. Η πρώτη ήταν η μέθοδος της διαπραγμάτευσης, η δεύτερη ήταν η μέθοδος της κοινής αποχώρησης – συμβιβασμός και η τρίτη λύση ήταν ή ο κλήρος ή η σύγκρουση. Στις τρεις παραπάνω μεθόδους προστέθηκε και μια τέταρτη η μέθοδος του τρίτου προσώπου ή η μέθοδος του μεσολαβητή.
Όλοι είμαστε εξοικειωμένοι και με τις τέσσερις μεθόδους και μπορούμε πολύ εύκολα να τις εντοπίσουμε αλλά ακόμη και να τις εφαρμόσουμε τόσο σε ατομικό επίπεδο, στις σχέσεις μας μέ τους άλλους, όσο και σε επίπεδο διεθνών σχέσεων.
Προσωπικά οφείλω να παραδεχτώ την σαφήνεια των απόψεων του Grotius και να ομολογήσω χωρίς κανένα ενδοιασμό ότι οι εν λόγω απόψεις είναι πλήρως κατανοητές και εφαρμόσιμες.
Αλλά ως σκεπτόμενος άνθρωπος διερωτούμαι γιατί οι συγκεκριμένες απόψεις, ενώ είναι απόλυτα σωστές και τις προσυπογράφω προσωπικά, δεν μπορούν να λύσουν σχεδόν κανένα σοβαρό πρόβλημα στον πλανήτη.
Που είναι η αποτελεσματικότητα των μεθόδων αυτών στο Μεσανατολικό, στο Κυπριακό, στο Ιρακ και σε όλα τα προβλήματα που μέχρι σήμερα παραμένουν άλυτα; Και όχι μόνο παραμένουν άλυτα αλλά, καταφεύγοντας στην σύγκρουση – την Τρίτη λύση, ήδη αρκετοί άνθρωποι έχασαν, χάνουν και μέχρι να λυθεί το πρόβλημα θα εξακολουθούν να χάνουν τις ζωές τους. Μήπως τελικά χρειαζόμαστε κάτι ακόμα;
Ίσως, αν αναλύαμε τους λόγους αιτίας της αναποτελεσματικότητας ίσως να βρίσκαμε και μια λύση που θα μπορούσε να είναι καλύτερη από τις προηγούμενες. Αλλά ποιοι είναι οι λόγοι που δεν λειτουργούν αυτές οι μεθόδοι;
Μία είναι η βασική αιτία, κατά την γνώμη μου: Το γεγονός ότι εμπλέκονται πάνω από ένα μέρη στο πρόβλημα. Και από την στιγμή που υπάρχουν δύο και παραπάνω μέρη, τότε τα πράγματα γίνονται δύσκολα.
Κατ’ αρχάς στις διαπραγματεύσεις ο καθένας θέλει (δικαίως) να βγει κερδισμένος και δεν διατίθεται να χαρίσει τίποτα απολύτως στην αντίπαλη μεριά. Αυτή η συλλογιστική πορεία καταλήγει συνήθως σε αδιέξοδο γιατί ποιος είναι διατεθιμένος να βγει χαμένος; Ουδείς
Μετά είναι ο συμβιβασμός, αλλά πάλι αυτό δεν λειτουργεί γιατι η μόνη διαφορά είναι ότι ενώ στην αρχή θα ήταν ένας ο χαμένος, τώρα οι χαμένοι γίνονται δύο. Και το όλο ζήτημα δεν είναι ποιος θα είναι ο χαμένος αλλά ποιος θα κερδίσει περισσότερα.
Η τέταρτη λύση είναι ο μεσολαβητής. Ακόμα και με μεσολαβητή δεν υπάρχει λύση, διότι ο μεσολαβητής δεν παίρνει την τελική απόφαση αλλά βοηθάει να τηρηθεί το καλό κλίμα και είναι περισσότερο εγγυητής της καλής πίστης. Όμως την τελευταία λέξη την έχουν οι αντίπαλοι οπώτε φτάνουμε από όπου ξεκινήσαμε. Για παράδειγμα, στο σχέδιο για την λύση του Κυπριακού, υπήρχαν μια τουλάχιτον ντουζίνα μεσολαβητές και εγγηυτές. Από Η.Π.Α μέχρι Ε.Ε και Ο.Η.Ε. Και τι καταφέραμε; Μια τρύπα στο νερό.
Μόνη λύση είναι ο πόλεμος. Αλλά κι αυτός δουλεύει μόνο όταν υπάρχει μεγάλη διαφορά δυνάμεων. Αν για παράδειγμα γίνεται σύγκρουση Η.Π.Α με την Μάλτα, εννοείται ότι σε περίπτωση πολέμου οι Η.Π.Α θα κερδίσουν. Αλλά στο Μεσανατολικό ζήτημα, που οι δυνάμεις είναι πιο ίσες, ο πόλεμος κρατάει χρόνια και στοιχίζει πολύ ακριβά.
Θέλουμε μια πέμπτη λύση. Την λύση της καταναγκαστικής επιλογής. Φαντατείτε δύο παιδιά να μαλώνουν στο σχολείο. Τι γίνεται τότε; έρχεται ο δάσκαλος τα δέρνει (σε παλαιότερες εποχές πάντα) και τελειώνει το ζήτημα. Τόσο απλά.
Αυτό που χρειάζεται τελικά δεν είναι ένας τρίτος μεσολαβητής αλλά μια Τρίτη ή καλύτερα η μόνη δύναμη που θα είναι ικανή να επιβάλει το δίκαιο (η την θέληση της, ότι προτιμάτε) με οποιοδήποτε μέσο σε οποιοδήποτε ζήτημα. Όλα τα προβλήματα θα λύνονται από αυτή την δύναμη χωρίς καμία παρέμβαση από τα εμπλεκόμενα μέλη και οι αποφάσεις θα είναι τελεσίδικες.
Η δύναμη, οικονομική και στρατιωτική είναι απαραίτητη προυπόθεση. Αν τυχόν κάποιο εμπλεκόμενο μέλος θελήσει να μην συμμορφωθεί με τις αποφάσεις τότε να μπορεί η τρίτη δύναμη να επιβάλει με κάθε μέσο την απόφαση.
Ακόμη για ακόμη πιο αποτελεσματικά αποτελέσματα θα μπορούσε να επιβάλει την θέληση της χωρίς να υπάρχει κάποιο υπάρχον πρόβλημα αλλά μόνο δρώντας προληπτικά.
Φυσικά μιλάω για μια παγκόσμια δικτατορία που θα καταπατά κάθε είδους ελευθερία σκέψης γιατί μόνο όταν οι άνθρωποι δεν σκέφτονται δεν συγκρούονται μεταξύ τους. Η σκέψη από μόνη της είναι μια σύγκρουση. Αν θέλουμε να λύσουμε τα προβλήματα αποτελεσματικά πρέπει να τα κτυπήσουμε στην ρίζα τους.
Είναι ακραία η λύση; Ακράδαντα. Είναι εφικτή; Ελάχιστα εκτός και αν φανταστούμε τις Ηνωμένες Πολιτείες ως αυτή την δύναμη. Είναι μια φασιστική και δικτατορική λύση που καταπατά βασικά θελελιώδη διακιώματα; Απολύτως. Αλλά όμως στόχος μας δεν είναι να βρούμε μια ιδανική λύση, ιδανική λύση είναι να επιλυθεί το πρόβλημα από την διαπραγμάτευση. Αλλά αυτή θα μπορούσε να ήταν η πιο αποτελεσματική.
Αλλά τελικά νιώθω ότι γίνεται μια παρεξήγηση. Νομίζουμε ότι τελικά οι μέθοδοι αυτοί επινοήθηκαν για να μην γίνονται συγκρούσεις. Στην πραγματικόητα έγιναν για να μην σκοτώνονται οι ανθρώποι από τις συγκρούσεις.
Τι είναι ο πόλεμος; Ένοπλη σύγκρουση. Το πρόβλημα δεν είναι στη λέξη «σύγκρουση» αλλά στην λέξη «ένοπλη».
«Πόλεμος πατήρ πάντων» είχε πει ο Ηράκλειτος θέλωντας να δείξει την διαλεκτική σχέση όλων των πραγμάτων στο σύμπαν και την αέναη κίνηση που κάνουν από την μια κατάσταση σε άλλη. Πόλεμος είναι η διαλεκτική ενότητα των αντιθέτων θα μπορούσαμε να πούμε αλλιώς.
Και αν το σκεφτούμε σοβαρά κάθε επίτευγμα από την φωτιά μέχρι τον πυρινικό αντιδραστήρα, σημιουργήθηκαν από κάποιον πόλεμο. Ο πρωτόγονος έκανε πόλεμο με τις συνθήκες του περιβάλλοντός του και ανακάλυψε την φωτιά. Η φιλοσοφία ξεκίνησε από τον πόλεμο που κήρυξαν οι προσωκρατικοί ενάντια στην δεισιδαιμονία και την αμάθια. Πόλεμο έκανε ο Σωκράτης στους Αθηναίους όταν τους δίδασκε στην αγορά. Πόλεμο έκαναν και ο Λούθηρος και ο Γαλιλαίος, Ο Βολταίρος και ο Ρουσσώ, ο Νίτσε και ο Μάρξ.
Ακόμα και ο διαλόγος, που είναι το πιο ειρηνικό μέσο είναι ένας πόλεμος με επιχειρήματα που τελικά καταλήγει σε ένα συμπέρασμα αληθείας.
Αν φανταστούμε τους σημερινούς πολέμους να γίνονται, όχι με αληθινά όπλα αλλά ψεύτικά, και συνέπεια τούτου ότι δεν θα σκοτώνόταν κανένας, τότε θα είχαμε ουσιαστική αντίρρηση σε ένα πόλεμο; Πολύ αμφιβάλω, ακόμα και αν χάναμε τελικά στον πόλεμο.
Εν κατακλείδι, ο πόλεμος δεν είναι κάτι κακό από την φύση του αλλά οι συνέπειες του τον κάνουν τόσο αποτρόπαιο. Και όλες οι μέθοδοι που εφαρμόζονται δεν γίνονται για να αποφευχθεί ένας πόλεμος αλλά αυτές οι ίδιες οι συνέπειες του.

Sunday, January 20, 2008

Δικαιοσυνη, Νομοι και Εφαρμοσμενη Ηθικη.

«Δικαιοσύνη είναι να αποδίδεις στους ίσους, ίσα και στους άνισους, άνισα». Αυτό το ρητό είναι παρμένο από τον Αριστοτέλη, τον μεγάλο Σταγειρίτη φιλόσοφο του 4 π.Χ αιώνα.
Είναι σωστό αυτό που λέει ο Αριστοτέλης; Και ναι και όχι. Ή για να ακριβολογήσω περισσότερο θα ήταν σωστό αν του κάναμε μια μικρή μετατροπή. Πιστεύω ότι αν ο Αριστοτέλης έλεγε «Είναι δίκαιο να αποδίδεις στους ίσους, ίσα και στους άνισους άνισα» θα ήταν πιο κοντά στην αλήθεια.
Ποιά είναι η διαφορά μεταξύ των δύο φράσεων όμως που κάνει την δεύτερη να είναι πιο σωστή από την πρώτη, την στιγμή που η μόνη μετατροπή που κάναμε είναι να αλλάξουμε το αφηρημένο ουσιαστικό με ένα επίθετο, κάτι το οποίο χρησιμοποιεί και ο Θουκιδίδης. Υπάρχει λοιπόν διαφορά;
Υπάρχει. Το να λέμε ότι ένα πράγμα είναι δίκαιο είναι ένας χαρακτιρισμός του πράγματος. Για παράδειγμά «το να μπαίνουν οι εγκληματίες στην φυλακή είναι δίκαιο». Το πράγμα – γεγονός χαρακτιρίζεται από δικαιοσύνη ή όπως θα το έλεγε και ο Πλάτωνας μετέχει στην ιδέα της δικαιοσύνης. Το να λέμε όμως ότι «δικαιοσύνη είναι να μπαίνουν οι εγκληματίες στη φυλακή» είναι ένα εντελώς διαφορετικό πράγμα. Εδώ υπάρχει η προσπάθεια να απαντήσουμε στο ερώτημα τι είναι η δικαοσύνη ή υπάρχει η ανάγκη για να δώσουμε στην δικαιοσύνη ένα ορισμό.
Ακόμα κι έτσι δεν έχω τεκμηριώσει επαρκώς γιατί το ρητό του Αριστοτέλη είναι «λάθος». Μπορούμε να πούμε ότι ο ορισμός της δικαιοσύνης είναι αυτός που προτείνει ο Αριστοτέλης;
Έτσι όπως το θέτω το ερώτημα η απάντηση είναι αρνητική, κατα τη γνώμη μου πάντα. Αν όμως το ερώτημα ήταν ως εξής: «Είναι δίκαιο να αποδίδουμε στους ίσους, ίσα και στους άνισους, άνισα»; Η απάντηση θα ήταν καταφατική.
Προσωπικά πιστεύω ότι το πρόβλημα δεν έγκειται στο θέμα ισότητας και ανισότητας έτσι όπως παρουσιάζεται στο ρητό αλλά στο ρήμα «αποδίδω». Για να το θέσω φιλοσοφικά το πρόβλημα, θα ρωτούσα: « Είναι η δικαοσύνη ανταπόδωση»;
Κάποτε είχα ακούσει ότι οι άνθρωποι κατατάσσονται σε τρία επίπεδα ανάλογα με το πως βλέπουν το θεό. Πρώτο επίπεδο είναι αυτοί που τον βλέπουν υπό το πρίσμα του φόβου. Ο θεός είναι ο τρομερός θεός που τιμωρεί όποιον δεν συμμορφώνεται με το θέλημά του. Το δέυτερο επίπεδο είναι όλοι αυτοί που τον βλέπουν υπό το πρίσμα της ανταπόδωσης. Αυτοί υπακούν στο θεό όχι επειδή τον φοβούνται αλλά επειδή αν τον υπακούσουν, θα ανταμειφθούν αν όχι σε αυτή τη ζωή τότε στην επόμενη. Τέλος υπάρχουν αυτοί που βλέπουν τον θεό σαν αγάπη και ελευθερία και υπακούν το θέλημα του επειδή το θέλουν οι ίδιοι ελεύθερα.
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με την δικαιοσύνη. Υπάρχει η έννοια της δικαοσύνης – τιμωρίας όπου οι άνθρωποι θεωρούν ότι δικαιοσύνη είναι να τιμωρείται ο άδικος. Υπάρχει το επίπεδο της δικαιόσυνης ανταπόδωσης δηλαδή δικαιοσύνη είναι να ανταμείβεται ο δίκαιος. Λογικά πρέπει να υπάρχει και ένα τρίτο επίπεδο δικαιοσύνης το οποίο πρέπει να βασίζεται σε λιγότερο ωφελιμιστικά κριτήρια.
Γιατί πρέπει να βασίζεται σε λιγότερο ωφελιμιστικά κριτήρια; Επειδή οι ιδέες ή αφηρημένες έννοιες απλώς είναι από την φύση τους ανώτερες των ωφελιμιστικών νοοτροπιών. Σκεφτείτε μόνο τις φορές που αποσιωπήσαμε αδικίες τόσο στην προσωπική όσο και στην δημόσια ζωή επειδή ήταν πιο ωφέλιμο για μας ή για τους άλλους. Εντούτοις όμως η αδικία εξακολουθεί να είναι αδικία άσχετα αν είναι ωφέλιμο να παραβλέπεται και να συνεχίζει να υφίσταται.
Προκειμένου να απάντήσω στο ερώτημα «τι είναι δικαιοσύνη;» πρέπει να κάνω ένα ακόμα διαχωρισμό, αναγκαίο, διότι χωρίς αυτόν δεν θα μπορούμε να συλλάβουμε την πραγματική φύση της δικαιοσύνης.
Με καμία λοιπόν επιχειρηματολογία και κανένα σκεπτικό δεν πρέπει να ταυτίζουμε και να συχέουμε την έννοια δικαιοσύνη με την έννοια νομοθεσία και νόμους. Οι νόμοι δεν είναι τίποτα άλλο παρά συμβάσεις των ανθρώπων μιας κοινωνίας προκειμένου αυτή να λειτουργήσει ομαλότερα και να ωφελήσει περισσότερο τα μέλη της, αν μιλούμε για δημοκρατικά καθεστώτα. Στις δικτατορίες, νόμος είναι η θέληση του άρχοντα. Αν ο άρχοντας λέει την Δευτέρα ότι ο φόνος είναι παράνομος τότε αυτό είναι νόμος. Αν την Τρίτη θέλει να σκοτώσει τους πολιτικούς του αντιπάλους, τότε την Τρίτη ο φόνος επιτρέπεται από την νομοθεσία και ο δράστης δεν διώκεται ποινικά. Νόμοι σε τελική ανάλυση είναι προιόντα ή συστατικά μιας κοινωνία ή πολιτείας και μπορούν να αλλάξουν από τόπο σε τόπο και από χρόνο σε χρόνο.
Η δικαιοσύνη όμως, ακριβώς επειδή είναι ιδέα ή αφηρημένη έννοια δεν δύναται να αλλάζει κατά καιρούς και κατά τόπους, αλλά αντίθετα είναι μια και αναλοίωτη. Ενώ μια οποιαδήποτε πράξη, κάτω από ορισμένες συνθήκες, μπορεί βάσει της νομοθεσίας να είναι νόμιμη και σε ένα χρονικό διάστημα η νομοθεσία να αλλάξει και να αποφανθεί ότι είναι παράνομη αυτή η πράξη, στην δικαιοσύνη μια πράξη, κάτω από ορισμένες συνθήκες μπορεί να είναι ή δίκαιη ή άδικη τελεσίδικα.
Επιπλέον μπορούμε ακόμα να ισχυριστούμε ότι μπορεί οι νόμοι να είναι άδικοι. Σε δημοκρατικά καθεστώτα αυτό είναι αρκετά δυσδιάκριτο διότι ο νόμος ισοδυναμεί με την θέληση του λαού που νομίζει ότι είναι δίκαιος. Ή για να το θέσω διαφορετικά η θέληση του λαού είναι για τον λαό πάντα δίκαιη. Όμως σε απολυταρχικά καθεστώτα, όπου η θέληση του άρχοντα είναι διαφορετική από αυτή του λαού τότε μιλάμε για αδικους νόμους.
Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι στον νόμο η δικαιοσύνη είναι υποκειμενική και υπάρχει μόνο όταν ο νόμος εξυπηρετεί κάποιες επιθυμίες. Στην πραγματικότητα όμως, η δικαιοσύνη ως ιδέα έχει αντικειμενικό χαρακτήρα και είναι έξω από την προσωπική κρίση του καθενός μας.
Αφού λοιπόν η δικαιοσύνη δεν έχει σχέση με τους νόμους τότε πως ορίζεται και πως εφαρμόζεται στην πραγματική μας ζωή;
Ειλικρινά δεν θα μπορούσα να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση αν δεν γνώριζα, έστω τα βασικά για την αρχαία τραγωδία διότι εκεί φαίνεται σε όλο της το μεγαλείο η έννοια δικαιοσύνη χωρίς όμως να ταυτίζεται με τους νόμους. Ας πάρουμε μερικά παραδείγματα για να το κατανοήσουμε καλύτερα.
Στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή η Αντιγόνη πάει ενάντια στην θέληση του Κρέοντα (νόμοι της Θήβας) και θάβει τον αδερφό της, τον Πολυνείκη. Τελικά πεθαίνει έγκλειστη σε ένα κελί του Κρέοντα. Στον «Οιδίποδα τύρρανο» ο Οιδίποδας τυφλώνεται στο τέλος ενώ δεν έχει καμία ευθύνη για τις πράξεις του λόγω άγνοιας. Η Ιοκάστη, που έχει μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης αυτοκτονεί. Στην ιστορία του Αίαντα, ο Αίας πέφτει στο σπαθί του επειδή είχε σκοτώσει τα πρόβατα νομίζοντας πως είναι οι Αχαιοί. Ο Θησέας χάνει τον πατέρα του επειδή δεν είχε ανεβάσει τα άσπρα πανιά. Ο Ηρακλής σκοτώνεται με δόλο από τον Νέσσο. Ο Ιάσωνας απατάει την Μήδεια με την Γλαύκη και για αυτό η Μήδεια σκοτώνει τα παιδιά της κάτι για το οποίο τιμωρείται. Στην «Ελένη» του Ευριπίδη η Ελένη αν και είναι εντελώς αθώα, εντούτοις ταλαιπωρείται από τον βασιλιά της Αιγύπτου.
Σε όλα αυτά τα πραδείγματα, μπορούμε να δούμε το μέγεθος της διακιοσύνης. Η δικαιοσύνη στην Αντιγόνη δεν έγκειται στους νόμους της πολιτείας αλλά σε κάτι πιο θεϊκό για αυτό θεωρούμε δίκαιη αν και παράνομη την πράξη της να θάψει τον Πολυνείκη. Στον Οιδίποδα βλέπουμε ότι η Δικαιοσύνη έρχεται αναλογικά ο Οιδίποδας κερδίζει την ζωή του επειδή είχε άγνοια ενώ η Ιοκάστη αυτοκτονεί επειδή ακριβώς προσπάθησε να ξεφύγει από τον χρησμό. Στον Αίαντα η δικαιοσύνη επέρχεται ως εξιλέωση στην ντροπή που ο ίδιος ο Αίαντας δημιούργησε στον εαυτό του. Η δικαιοσύνη στον Θησέα είναι η συνέπεια της παράλειψής του. Αν και δεν έχει ευθύνες ο Θησέας εντούτοις βλέπουμε πάλι την δικαιοσύνη να αποδίδεται. Στον Ηρακλή και στην Ελένη, αν και πάλι δεν υπάρχουν ευθύνες θεωρούμε ότι δίκαια έπαθαν ότι έπαθαν διότι και οι δύο ξεπερνούσαν τα ανθρώπινα όρια. Στην Μήδεια η δικαιοσύνη ξεχωρίζει από την εκδίκηση. Το να σκοτώσει η Μήδεια τα παιδιά της δεν ήταν πράξη δικαιοσύνης αλλά πράξη εκδίκησης για αυτό και τιμωρείται. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Ορέστη. Ο Αγαμέμνονας θυσιάζει την Ιφιγένεια βάση προσταγής των θεών. Η Κλυταιμνήστρα όμως μαζί με τον Αίγισθο τον δολοφονούν άδικα για αυτή την πράξη. Ο Ορέστης τότε προσπαθεί να αποδόσει δικαιοσύνη σκοτώνοντας τον Αίγισθο και την μητέρα του. Η δικαιοσύνη αποδίδεται για το έγκλημα της Κλυταιμνήστρας αλλά πρέπει να αποδόθεί και η δικαιοσύνη για το έγκλημα του Ορέστη που σκότωσε την μητέρα του.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις υπάρχει κάτι κοινό βάσει του οποίου αποδίδεται η δικαιοσύνη. Το σπάσιμο της ισορροπίας. Όλοι οι ήρωες της τραγωδίας διαπράττουν «ύβρι» δηλαδή σπάνε την φυσική ισορροπία που υπάρχει, ξεπερνάνε τα ανθρώπινα όρια κάτι το οποίο είναι πολύ επικίνδυνο. Για αυτό η δικαιοσύνη, η φυσική δικαιοσύνη έρχεται είτε χωρίς της επέμβαση κανενός είτε με την επέμβαση κάποιου τρίτου είτε ακόμη και με τα χέρια του ιδίου του υβριστή, για να επαναφέρει την φυσική ισορροπία και να βάλει τα πράγματα στο φυσιολογικό τους.
Ποια μέσα είναι απαραίτητα για την επιβολή της δικαιοσύνης; Μόνο ότι είναι απαραίτητο. Αν κάποιος διαταράξει πολύ την ισορροπία είτε με κάποια αδικία είτε επειδή είναι ανώτερος σε κάτι τότε μπορεί ακόμη και να χάσει την ζωή του γιατί είναι πολύ επικίνδυνος για να ζει. Πάλι αν η διαταραξη της ισορροπίας είναι μικρότερη τότε μπορεί να την γλιτώσει με ταλαιπωρίες και στερήσεις.
Συμβαίνει αυτό και στην καθημερινή μας ζωή; Σίγουρα. Ο Σενέκας είπε ότι μεγάλα διαστήματα μικρής δυστυχίας μπορεί να αντισταθμιστούν με μικρά διαστήματα μεγάλης ευτυχίας ή και το αντίθετό. Η ζωή είναι ένας τροχός που γυρίζει και μας φέρνει ίσες δυστυχίες και ευτυχίες. Άλλες μεγαλύτερες, άλλες μικρότερες, άλλες που διαρκούν πολύ άλλες, που διαρκούν λίγο.
Τι είναι δικαιοσύνη; Ότι γίνεται για επανέλθει η ισορροπία στον κόσμο. Μπορεί να εφαρμοστεί είτε ως τιμωρία είτε ως ανταπόδωση είτε ώς οτιδήποτε άλλο που όμως έχει ως στόχο την διατήρηση των ισορροπιών. Έτσι το να αποδίδεις στους ίσους ίσα και στους άνισους άνισα είναι δίκαιο γιατί διατήρει την ισορροπία.
Αφού έχουμε εξηγήσει σε γενικές γραμμές πως μπορούμε να συλλάβουμε την έννοια της δικαιοσύνης θα προσπαθήσουμε να αναλογιστούμε την έκφανση της δικαοσύνης όπως διαφαίνεται στον ποινικό κώδικά.
Πως μπορούμε να ορίσουμε το έγκλημα; Αν υποθέσουμε ότι είμαστε σε μια δημοκρατική κοινωνία, όπου οι νόμοι πρέπει να συμβαδίζουν με την δικαιοσύνη, τότε πως μπορούμε να πούμε τι είναι έγκλημα και τι όχι; Αν υποθέσουμε ότι κάποιος κλέβει από τους πλούσιους και τα δίνει στους φτωχούς, σαν τον Ρομπέν των Δασών, τότε αυτός είναι κλέφτης ή ευεργέτης;
Με βάσει το τωρινό νομοθετικό σύστημα θα ήταν εγκληματίας και θα έπρεπε να δικαστεί. Κι όμως αυτός ο άνθρωπος το μόνο που κάνει είναι να επαναφέρει την ισορροπία μεταξύ πλουσίων και φτωχών άρα κατά συνέπεια οι πράξεις του είναι δίκαιες. Στο κάτω κάτω ο πλούσιος δεν έχει ανάγκη τα χρήματα που του έκλεψαν, αφού είναι πλούσιος και ο φτωχός που τα παίρνει στο τέλος είναι αυτός που τα έχει περισσότερο ανάγκη.
Είναι δίκαιο να εναντιωνόμαστε στην εξουσία; Σύμφωνα με τους νόμους είναι νόμιμο μέχρι στο σημείο που η εξουσία μένει αλώβητη. Με τις διαδηλώσεις και τις διαμαρτυρίες ναι μεν δείχνουμε την δυσαρέσκειά μας για την εξουσία αλλά στην πραγματικότητα δεν πετυχαίνουμε τίποτα διότι καμία εξουσία δεν λαμβάνει υπόψη της την δυσαρέσκεια των διαδηλωτών. Όταν όμως αυτή η δυσαρέσκεια χρησιμοποιήσει πιο δραστικά μέτρα, τότε γίνεται αυτόμάτως τρομοκρατική και κατά συνέπεια παράνομη. Είναι όμως δίκαιο εφόσον αυτή η εξουσία δεν εκφράζει τον λαό αλλά αντίθετα κυβερνά βάσει των δικών της συμφερότων. Το πολύτεχνείο στην Ελλάδα, Η Ε.Ο.Κ.Α στην Κύπρο, οι αστοί στην Γαλλική Επανάσταση ήταν νομικά παράνομοι αλλά εν τούτοις ο σκοπός τους ήταν πέρα για πέρα δίκαιος για τον λόγο ότι με τις πράξεις τους προσπαθούσαν να επαναφέρουν την ισορροπία που είχε κλονιστεί.
Πότε η αφαίρεση της ζωής είναι δίκαιη και πότε όχι; Είναι ο φόνος στον πόλεμο δίκαιος; Είναι η θανατική ποινή δίκαιη; Εξαρτάται πάντα από την ισορροπία που τηρήται και αν ο φόνος εξυπηρετεί αυτήν την ισορροπία.
Υπάρχει δίκαιος πόλεμος; Λογικά θα έπρεπε να υποστηρίξουμε το γεγονός ότι εφόσον διατηρεί τις ισορροπίες τότε είναι και ο πόλεμος δίκαιος είτε επιθετικός είτε αμυντικός. Όμως θα έπρεπε να διακαιολογήσουμε και τον πόλεμο στο Ιράκ, ο οποίος δεν έγινε για τους σκοπούς που ανακοίνωσε το πεντάγωνο αλλά για να διατηρήσει την ισορροπία στην παραγωγή πετρελαίου στο Ιράκ. Γιατί όμως δεν τον δικαιολογούμε; Διότι κανένας πόλεμος (αν και γίνεται με σκοπό να τηρηθεί η ισορροπία) δεν διατηρεί την ισορροπία. Μετά το τέλος του πολέμου η πλάστιγγα γέρνει προς το μέρος του νικητή χαλώντας ακόμη περισσότερο την ισορροπία.
Είναι ο φόνος στον πόλεμο όμως δίκαιος; Είναι και δεν είναι. Ειδικά στον πόλεμο δεν ισχύει η δικαιοσύνη. Εκεί οι ισορροπίες έχουν κλονιστεί τόσο που δεν υπάρχει περίπτωση να βρούμε δικαιοσύνη στον πόλεμο. Σε κάθε πόλεμο υπάρχει μόνο μια επιλογή: Να σκοτώσεις ή να σκοτωθείς. Δεν μπορούμε λοιπόν να καταλογίσουμε αδικία σε κάποιον που θέλει να σώσει την ζωή του ακόμη και αν έχει σκοτώσει για να την σώσει ούτε σε εκείνον που προτιμά να πεθάνει παρά να αφαιρέσει τη ζωή κάποιου άλλου. Ο πόλεμος είναι, δυστυχώς μια κατάσταση που κάθε ίχνος δικαιοσύνης εξαφανίζεται.
Είναι η θανατική ποινή δίκαιη; Εφόσον επαναφέρει τις ισορροπίες. Αλλά πότε μια θανατική ποινή επαναφέρει τις ισορροπίες; Σίγουρα η θανατική ποινή είναι δίκαιη όταν ο ένοχος είναι υπερβολικά επικίνδυνος για την υπόλοιπη κοινωνία. Επειδή το έγκλημα ως αδικία και όχι ως παρανομία είναι τρόπος για να κλονίστουν οι ισορροπίες τότε όταν κάποιος ειναι υπερβολικά επικίνδυνος για τις ισορροπίες τότε πρέπει να θανατώνεται.
Πότε ένας άνθρωπος είναι επικίνδυνος για τις ισορροπίες; Θεωριτικά ακόμα κι ένας πανέξυπνος άνθρωπος θα μπορούσε να αποτελέσει κίνδυνο για τις ισορροπίες. Σκεφτείτε ότι ο Άινστάιν βοήθησε στην κατασκευή της ατομικής βόμβας και στον θάνατο χιλιάδων ανθρώπων και την καταστροφή δύο πόλεων. Αν κάποιος σκότωνε τον Άινστάιν τώρα δεν θα μιλούσαμε για Χιροσίμα και Ναγκασάκι.
Εντούτοις τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά στην πραγματικότητα. Ο Άινστάιν ήταν κίνδυνος για την ισορροπία αλλά όχι τόσο πολύ. Όταν μιλάμε για υπερβόλικα επικίνδυνους ανθρώπους μιλάμε για ψυχικά διαταραγμένους serial killers που σκοτώνουν ανεξέλεγκτα, μαζικά και χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Αν κάποιος φόνος, σε καιρό ειρήνης, εχει έστω και ένα από αυτά τα χαρακτιριστικά τότε ο ένοχος, και εφόσον είναι ένοχος πέρα κάθε αμφισβήτησης, πρέπει να καταδικάζεται σην θανατική ποινή.
Στο θέμα της θανατικής ποινής τίθεται και ένα μεγάλο ερώτημα. Πότε η τιμωρία (μιας και σε νομικό επίπεδο η απονομή δικαιοσύνης ταυτίζεται με την τιμωρία) είναι δίκαιη και πότε όχι; Ποια είναι τα κριτήρια που πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν για να καταλήγουμε σε δίκαιες ποινές;
Πρώτον πρέπει να οι ποινές να αποφασίζονται από αντικειμενικούς, ανεξάρτητους από το έγκλημα ανθρώπους. Αν υποθέσουμε ότι η τιμωρία προερχόταν από το ίδιο το θύμα ή στην αντίθετη περίπτωση από τον ίδιο τον δράστη τότε η ποινή ή θα ήταν υπερβολικά αυστηρή είτε υπερβολικά επιεικής.
Για να είναι μια ποινή δίκαιη πρέπει να λαμβάνει υπόψη της την κάθε περίπτωση ξεχωριστά ανεξάρτητα από το τι προβλέπει ο νόμος. Πρώτον διότι ο ίδιος ο νόμος μπορεί να μην είναι δίκαιος και δεύτερον γιατί η κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή και είναι αδύνατον ο νόμος να έχει προβλέψει ξεχωριστή ποινή για κάθε μια περίπτωση.
Για παράδειγμα αν κάποιος πολύ φτωχός κλέψει από έναν πολύ πλούσιο ένα πολύ μικρό ποσό, τότε αν και ο νόμος θα προβλέπει κάποια τιμωρία, το δίκαιο θα ήταν να κρατήσει ο φτωχός τα κλοπιμαία διότι έτσι μπορεί κάπως να κρατήσει την ισορροπία. Πάλι αν κάποιος που δεν έχει ανάγκη από χρήματα, παει και ληστέψει από μια φτωχή γριούλα τις οικονομίες μιας ζωής τότε ο ένοχος πρέπει να καταδικαστεί με ποινή πολύ υψηλότερη από αυτή που ίσως να προβλέπει ο νόμος.
Πολύ περισσότερο θα βρούμε αδικίες νόμιμες και παράνομα δίακια αν αναλογιστούμε την καθημερινή μας ζωή. Είναι δίκαιο να τρώμε και να χορταίνουμε εμείς και κάποιοι άλλοι να πεθαίνουν από την πείνα; Μπορεί να μην είναι δίκαιο αλλά σίγουρα είναι νόμιμο. Είναι δίκαιο να πεθαίνουν εντεκάχρονα παιδιά επειδή δεν βρίσκεται το κατάλληλο μόσχευμα; Όχι αλλά είναι νόμιμο. Είναι δίκαιο κάποιοι να ζουν βασιλικά εκμεταλλευόμενοι κάποιους άλλους; Όχι αλλά γίνεται συνέχεια.
Όμως, όσο παράξενο κι αν ακούγεται, πάντα η δικαιοσύνη βρίσκει τρόπο να αποδοθεί και να επαναφέρει τις ισορροπίες. Ότι κακό μας συμβαίνει μπορεί να ερμηνευτεί με δύο τρόπους. Ως μια αδικία που ταράζει τις ισορροπίες είτε ως μια πράξη δικαιοσύνης που επαναφέρει την ισορροπία. Το ίδιο συμβαίνει και με ότι καλό μας συμβαίνει. Το σίγουρο είναι ένα: Στο τέλος η ισορροπία αποκαθίσταται.