Saturday, March 29, 2008

Η Κυρία του Καταράκτη

Στην Μοναχική χώρα, ζούσε ένας ξυλοκόπος που ήταν πολύ καλός άνθρωπος. Αυτός ο ξυλοκόπος είχε παντρευτεί μια πολύ όμορφι γυναίκα αλλά, η γυναίκα του είχε πεθάνει πάνω στην γέννα. Ό γιός του όμως σώθηκε και δεν παρουσίασε κανένα απολύτως πρόβλημα. Ήταν ένα υπάκουο παιδί που όταν μεγάλωσε έγινε ένας ρωμαλέος άνδρας.
Ο Ξυλοκόπος ζούσε μόνος του μαζί με τον γιο του στο μεγάλο Δάσος λίγο έξω από την πόλη. Ο γιός του τον βοηθούσε πολύ με την δουλειά και οι ημέρες περνούσαν ήρεμα, όπως σε κάθε σπίτι που βρίσκεται στην εξοχή.
Μια μέρα, ο ξυλοκόπος είχε πάει στην πόλη για να διευθετήσει κάποιες δουλειές και να πουλήσει την ξυλεία του και άφησε τον γιο στο σπίτι. Πέρασε η ώρα και νύχτωσε. Ο ξυλοκόπος ήξερε ότι ήταν επικίνδυνο να πάει στο δάσος την νύχτα και έτσι έμεινε στην πόλη. Ο γιός του όμως ανησύχησε και βγήκε στο δάσος να τον ψάξει, μήπως και χάθηκε στο δρόμο.
Έψαξε κάθε γωνιά του δάσους, κάθε δέντρο και κάθε θάμνο αλλά δεν τον βρήκε πουθενά. Κάποια στιγμή έφτασε σε ένα καταράκτη και έκατσε σε μια πέτρα για να ξεκουραστεί. Τότε μέσα από τον καταράκτη βγήκε μια κοπέλα, με ένα άσπρο φόρεμα και ξανθιά μακριά μαλλιά.
Ο γιος του ξυλοκόπου έμεινε έκθαμβος από την ομορφιά της και δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη.
Τελικά μετά από πάρα πολύ ώρα, γνωρίστηκαν και μίλησαν για πάρα πολύ ώρα. Η κοπέλα ήταν ένα ξωτικό του νερού και ζούσε μέσα στον καταράκτη μαζί με τα άλλα ξωτικά. Κανονικά είναι αόρατη στους ανθρώπους αλλά μερικές φορές βγαίνει από τον καταράκτη με την μορφή κοπέλας και βλέπει πως είναι ο κόσμος. Αυτός της μίλησε για το δάσος και για το σπίτι του. Της είπε ότι ένιωθε πολύ μόνος στο δάσος και ότι σπάνια έβλεπε άνθρωπο.
Τελικά, ο ήλιος ξημέρωσε και έπρεπε να γυρίσουν στα σπίτια τους. Αλλά υποσχέθηκαν να ξανασυναντηθούν.
Ο ξυλοκόπος γύρισε την ίδια ώρα που γύρισε και ο γιός του. Τον ρώτησε που είχε πάει αλλά δεν του είπε ότι γνώρισε το ξωτικό. Του είπε μόνο πως είχε ξυπνίσει νωρίς.
Την επόμενη μέρα το απόγευμα πήγε στον καταράκτη αλλά δεν την βρήκε εκεί. Το ίδιο και την επόμενη μέρα. Και την μεθεπόμενη. Ο γιος του ξυλοκόπου άρχισε να λυπάται πολύ που δεν έβλεπε το αγαπημένο του ξωτικό.
Μέχρι που μια μέρα περίμενε να κοιμηθεί ο πατέρας του και πήγε κρυφά στον καταράκτη. Και το ξωτικό ήταν εκεί και τον περίμενε.
Το πρόβλημα ήταν μεγάλο. Τα ξωτικά δεν μπορούν να εισέλθουν στον κόσμο των ανθρώπων πριν από τα μεσάνυχτα, για αυτό δεν την είχε βρει τις άλλες μέρες.
Δεν το σκέφτηκε δεύτερη φορά. Κάθε νύχτα την παιρνούσε κοντά στο ξωτικό που ήδη είχε αρχίσει να ερωτεύεται. Αλλά το ξενύχτι και η σκληρή δουλειά τον είχαν καταβάλει. Κάθε φορά που τον έβλεπε το ξωτικό, ήταν πιο πολύ κουρασμένος.
"Δεν πρέπει να έρχεσαι κάθε βράδυ. Δεν είναι σωστό. Θα πάθεις τίποτα..."
"Δεν καταλαβαίνω. Θα κάνω αυτό που με κάνει ευτυχισμένο. Και αυτό είναι να είμαι μαζί σου."
Αλλά δυστυχώς η κούραση και η έλλειψη ύπνου τον κατέβαλαν. Την επόμενη μέρα έπεσε στο κρεβάτι με αδυναμία και πυρετό. Ο γιατρός που τον κοίταξε κούνησε απλά το κεφάλι του. Η αδυνμία του οργανισμού του δεν του άφηνε πολλά περιθώρια...
Το έμαθε το ξωτικό και έτρεξε αμέσως στο σπίτι του νεαρού. Μόλις τον είδε έβαλε τα κλάμματα.
"Θα έπρεπε να χαίρεσαι κι όχι να γελάς"
"Γιατί";
"Διότι, με έκανες ευτυχισμένο. Και ειναι πολυ σημαντικο να ζεις ευτυχισμενες στιγμες με οποιοδήποτε κόστος. Πρέπει να κάνουμε πράγματα που μας κάνουν ευτυχισμένους. Άλλωστε μια ζωή τελειώνει έτσι κι αλλιώς. Εσύ πρέπει να χαίρεσαι που την έκανες να τελειώσει ευτυχισμένα¨.
"Είναι άδικο".
"Καθόλου. Η ευτυχία δεν δημιουργήθηκε για να κρατάει πολυ. Αλλά το να κάνεις του άλλους ευτυχισμένους, αυτό είναι το πιο ωραίο πράγμα που μπορείς να κάνεις."
"Και εγώ τι θα γίνω χωρίς εσένα;"
"Προσπαθησε να κάνεις τους υπόλοιπους ευτυχισμένους. Και να αγαπάς όσο πιο πολύ μπορείς. Και εγώ θα είμαι για πάντα δίπλα σου.¨"
Την επόμενη μέρα έγινε η κηδεία. Ο πατέρας του νεαρού, πέθανε και ξεχάστηκε. Αλλά ακόμη και σήμερα ακούγονται ιστορίες για το φάντασμα του νεαρού που περπατάει κοντά στον καταράκτη και αντικρύζει την αγαπημένη του.

No comments: