Sunday, January 20, 2008

Δικαιοσυνη, Νομοι και Εφαρμοσμενη Ηθικη.

«Δικαιοσύνη είναι να αποδίδεις στους ίσους, ίσα και στους άνισους, άνισα». Αυτό το ρητό είναι παρμένο από τον Αριστοτέλη, τον μεγάλο Σταγειρίτη φιλόσοφο του 4 π.Χ αιώνα.
Είναι σωστό αυτό που λέει ο Αριστοτέλης; Και ναι και όχι. Ή για να ακριβολογήσω περισσότερο θα ήταν σωστό αν του κάναμε μια μικρή μετατροπή. Πιστεύω ότι αν ο Αριστοτέλης έλεγε «Είναι δίκαιο να αποδίδεις στους ίσους, ίσα και στους άνισους άνισα» θα ήταν πιο κοντά στην αλήθεια.
Ποιά είναι η διαφορά μεταξύ των δύο φράσεων όμως που κάνει την δεύτερη να είναι πιο σωστή από την πρώτη, την στιγμή που η μόνη μετατροπή που κάναμε είναι να αλλάξουμε το αφηρημένο ουσιαστικό με ένα επίθετο, κάτι το οποίο χρησιμοποιεί και ο Θουκιδίδης. Υπάρχει λοιπόν διαφορά;
Υπάρχει. Το να λέμε ότι ένα πράγμα είναι δίκαιο είναι ένας χαρακτιρισμός του πράγματος. Για παράδειγμά «το να μπαίνουν οι εγκληματίες στην φυλακή είναι δίκαιο». Το πράγμα – γεγονός χαρακτιρίζεται από δικαιοσύνη ή όπως θα το έλεγε και ο Πλάτωνας μετέχει στην ιδέα της δικαιοσύνης. Το να λέμε όμως ότι «δικαιοσύνη είναι να μπαίνουν οι εγκληματίες στη φυλακή» είναι ένα εντελώς διαφορετικό πράγμα. Εδώ υπάρχει η προσπάθεια να απαντήσουμε στο ερώτημα τι είναι η δικαοσύνη ή υπάρχει η ανάγκη για να δώσουμε στην δικαιοσύνη ένα ορισμό.
Ακόμα κι έτσι δεν έχω τεκμηριώσει επαρκώς γιατί το ρητό του Αριστοτέλη είναι «λάθος». Μπορούμε να πούμε ότι ο ορισμός της δικαιοσύνης είναι αυτός που προτείνει ο Αριστοτέλης;
Έτσι όπως το θέτω το ερώτημα η απάντηση είναι αρνητική, κατα τη γνώμη μου πάντα. Αν όμως το ερώτημα ήταν ως εξής: «Είναι δίκαιο να αποδίδουμε στους ίσους, ίσα και στους άνισους, άνισα»; Η απάντηση θα ήταν καταφατική.
Προσωπικά πιστεύω ότι το πρόβλημα δεν έγκειται στο θέμα ισότητας και ανισότητας έτσι όπως παρουσιάζεται στο ρητό αλλά στο ρήμα «αποδίδω». Για να το θέσω φιλοσοφικά το πρόβλημα, θα ρωτούσα: « Είναι η δικαοσύνη ανταπόδωση»;
Κάποτε είχα ακούσει ότι οι άνθρωποι κατατάσσονται σε τρία επίπεδα ανάλογα με το πως βλέπουν το θεό. Πρώτο επίπεδο είναι αυτοί που τον βλέπουν υπό το πρίσμα του φόβου. Ο θεός είναι ο τρομερός θεός που τιμωρεί όποιον δεν συμμορφώνεται με το θέλημά του. Το δέυτερο επίπεδο είναι όλοι αυτοί που τον βλέπουν υπό το πρίσμα της ανταπόδωσης. Αυτοί υπακούν στο θεό όχι επειδή τον φοβούνται αλλά επειδή αν τον υπακούσουν, θα ανταμειφθούν αν όχι σε αυτή τη ζωή τότε στην επόμενη. Τέλος υπάρχουν αυτοί που βλέπουν τον θεό σαν αγάπη και ελευθερία και υπακούν το θέλημα του επειδή το θέλουν οι ίδιοι ελεύθερα.
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με την δικαιοσύνη. Υπάρχει η έννοια της δικαοσύνης – τιμωρίας όπου οι άνθρωποι θεωρούν ότι δικαιοσύνη είναι να τιμωρείται ο άδικος. Υπάρχει το επίπεδο της δικαιόσυνης ανταπόδωσης δηλαδή δικαιοσύνη είναι να ανταμείβεται ο δίκαιος. Λογικά πρέπει να υπάρχει και ένα τρίτο επίπεδο δικαιοσύνης το οποίο πρέπει να βασίζεται σε λιγότερο ωφελιμιστικά κριτήρια.
Γιατί πρέπει να βασίζεται σε λιγότερο ωφελιμιστικά κριτήρια; Επειδή οι ιδέες ή αφηρημένες έννοιες απλώς είναι από την φύση τους ανώτερες των ωφελιμιστικών νοοτροπιών. Σκεφτείτε μόνο τις φορές που αποσιωπήσαμε αδικίες τόσο στην προσωπική όσο και στην δημόσια ζωή επειδή ήταν πιο ωφέλιμο για μας ή για τους άλλους. Εντούτοις όμως η αδικία εξακολουθεί να είναι αδικία άσχετα αν είναι ωφέλιμο να παραβλέπεται και να συνεχίζει να υφίσταται.
Προκειμένου να απάντήσω στο ερώτημα «τι είναι δικαιοσύνη;» πρέπει να κάνω ένα ακόμα διαχωρισμό, αναγκαίο, διότι χωρίς αυτόν δεν θα μπορούμε να συλλάβουμε την πραγματική φύση της δικαιοσύνης.
Με καμία λοιπόν επιχειρηματολογία και κανένα σκεπτικό δεν πρέπει να ταυτίζουμε και να συχέουμε την έννοια δικαιοσύνη με την έννοια νομοθεσία και νόμους. Οι νόμοι δεν είναι τίποτα άλλο παρά συμβάσεις των ανθρώπων μιας κοινωνίας προκειμένου αυτή να λειτουργήσει ομαλότερα και να ωφελήσει περισσότερο τα μέλη της, αν μιλούμε για δημοκρατικά καθεστώτα. Στις δικτατορίες, νόμος είναι η θέληση του άρχοντα. Αν ο άρχοντας λέει την Δευτέρα ότι ο φόνος είναι παράνομος τότε αυτό είναι νόμος. Αν την Τρίτη θέλει να σκοτώσει τους πολιτικούς του αντιπάλους, τότε την Τρίτη ο φόνος επιτρέπεται από την νομοθεσία και ο δράστης δεν διώκεται ποινικά. Νόμοι σε τελική ανάλυση είναι προιόντα ή συστατικά μιας κοινωνία ή πολιτείας και μπορούν να αλλάξουν από τόπο σε τόπο και από χρόνο σε χρόνο.
Η δικαιοσύνη όμως, ακριβώς επειδή είναι ιδέα ή αφηρημένη έννοια δεν δύναται να αλλάζει κατά καιρούς και κατά τόπους, αλλά αντίθετα είναι μια και αναλοίωτη. Ενώ μια οποιαδήποτε πράξη, κάτω από ορισμένες συνθήκες, μπορεί βάσει της νομοθεσίας να είναι νόμιμη και σε ένα χρονικό διάστημα η νομοθεσία να αλλάξει και να αποφανθεί ότι είναι παράνομη αυτή η πράξη, στην δικαιοσύνη μια πράξη, κάτω από ορισμένες συνθήκες μπορεί να είναι ή δίκαιη ή άδικη τελεσίδικα.
Επιπλέον μπορούμε ακόμα να ισχυριστούμε ότι μπορεί οι νόμοι να είναι άδικοι. Σε δημοκρατικά καθεστώτα αυτό είναι αρκετά δυσδιάκριτο διότι ο νόμος ισοδυναμεί με την θέληση του λαού που νομίζει ότι είναι δίκαιος. Ή για να το θέσω διαφορετικά η θέληση του λαού είναι για τον λαό πάντα δίκαιη. Όμως σε απολυταρχικά καθεστώτα, όπου η θέληση του άρχοντα είναι διαφορετική από αυτή του λαού τότε μιλάμε για αδικους νόμους.
Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι στον νόμο η δικαιοσύνη είναι υποκειμενική και υπάρχει μόνο όταν ο νόμος εξυπηρετεί κάποιες επιθυμίες. Στην πραγματικότητα όμως, η δικαιοσύνη ως ιδέα έχει αντικειμενικό χαρακτήρα και είναι έξω από την προσωπική κρίση του καθενός μας.
Αφού λοιπόν η δικαιοσύνη δεν έχει σχέση με τους νόμους τότε πως ορίζεται και πως εφαρμόζεται στην πραγματική μας ζωή;
Ειλικρινά δεν θα μπορούσα να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση αν δεν γνώριζα, έστω τα βασικά για την αρχαία τραγωδία διότι εκεί φαίνεται σε όλο της το μεγαλείο η έννοια δικαιοσύνη χωρίς όμως να ταυτίζεται με τους νόμους. Ας πάρουμε μερικά παραδείγματα για να το κατανοήσουμε καλύτερα.
Στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή η Αντιγόνη πάει ενάντια στην θέληση του Κρέοντα (νόμοι της Θήβας) και θάβει τον αδερφό της, τον Πολυνείκη. Τελικά πεθαίνει έγκλειστη σε ένα κελί του Κρέοντα. Στον «Οιδίποδα τύρρανο» ο Οιδίποδας τυφλώνεται στο τέλος ενώ δεν έχει καμία ευθύνη για τις πράξεις του λόγω άγνοιας. Η Ιοκάστη, που έχει μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης αυτοκτονεί. Στην ιστορία του Αίαντα, ο Αίας πέφτει στο σπαθί του επειδή είχε σκοτώσει τα πρόβατα νομίζοντας πως είναι οι Αχαιοί. Ο Θησέας χάνει τον πατέρα του επειδή δεν είχε ανεβάσει τα άσπρα πανιά. Ο Ηρακλής σκοτώνεται με δόλο από τον Νέσσο. Ο Ιάσωνας απατάει την Μήδεια με την Γλαύκη και για αυτό η Μήδεια σκοτώνει τα παιδιά της κάτι για το οποίο τιμωρείται. Στην «Ελένη» του Ευριπίδη η Ελένη αν και είναι εντελώς αθώα, εντούτοις ταλαιπωρείται από τον βασιλιά της Αιγύπτου.
Σε όλα αυτά τα πραδείγματα, μπορούμε να δούμε το μέγεθος της διακιοσύνης. Η δικαιοσύνη στην Αντιγόνη δεν έγκειται στους νόμους της πολιτείας αλλά σε κάτι πιο θεϊκό για αυτό θεωρούμε δίκαιη αν και παράνομη την πράξη της να θάψει τον Πολυνείκη. Στον Οιδίποδα βλέπουμε ότι η Δικαιοσύνη έρχεται αναλογικά ο Οιδίποδας κερδίζει την ζωή του επειδή είχε άγνοια ενώ η Ιοκάστη αυτοκτονεί επειδή ακριβώς προσπάθησε να ξεφύγει από τον χρησμό. Στον Αίαντα η δικαιοσύνη επέρχεται ως εξιλέωση στην ντροπή που ο ίδιος ο Αίαντας δημιούργησε στον εαυτό του. Η δικαιοσύνη στον Θησέα είναι η συνέπεια της παράλειψής του. Αν και δεν έχει ευθύνες ο Θησέας εντούτοις βλέπουμε πάλι την δικαιοσύνη να αποδίδεται. Στον Ηρακλή και στην Ελένη, αν και πάλι δεν υπάρχουν ευθύνες θεωρούμε ότι δίκαια έπαθαν ότι έπαθαν διότι και οι δύο ξεπερνούσαν τα ανθρώπινα όρια. Στην Μήδεια η δικαιοσύνη ξεχωρίζει από την εκδίκηση. Το να σκοτώσει η Μήδεια τα παιδιά της δεν ήταν πράξη δικαιοσύνης αλλά πράξη εκδίκησης για αυτό και τιμωρείται. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Ορέστη. Ο Αγαμέμνονας θυσιάζει την Ιφιγένεια βάση προσταγής των θεών. Η Κλυταιμνήστρα όμως μαζί με τον Αίγισθο τον δολοφονούν άδικα για αυτή την πράξη. Ο Ορέστης τότε προσπαθεί να αποδόσει δικαιοσύνη σκοτώνοντας τον Αίγισθο και την μητέρα του. Η δικαιοσύνη αποδίδεται για το έγκλημα της Κλυταιμνήστρας αλλά πρέπει να αποδόθεί και η δικαιοσύνη για το έγκλημα του Ορέστη που σκότωσε την μητέρα του.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις υπάρχει κάτι κοινό βάσει του οποίου αποδίδεται η δικαιοσύνη. Το σπάσιμο της ισορροπίας. Όλοι οι ήρωες της τραγωδίας διαπράττουν «ύβρι» δηλαδή σπάνε την φυσική ισορροπία που υπάρχει, ξεπερνάνε τα ανθρώπινα όρια κάτι το οποίο είναι πολύ επικίνδυνο. Για αυτό η δικαιοσύνη, η φυσική δικαιοσύνη έρχεται είτε χωρίς της επέμβαση κανενός είτε με την επέμβαση κάποιου τρίτου είτε ακόμη και με τα χέρια του ιδίου του υβριστή, για να επαναφέρει την φυσική ισορροπία και να βάλει τα πράγματα στο φυσιολογικό τους.
Ποια μέσα είναι απαραίτητα για την επιβολή της δικαιοσύνης; Μόνο ότι είναι απαραίτητο. Αν κάποιος διαταράξει πολύ την ισορροπία είτε με κάποια αδικία είτε επειδή είναι ανώτερος σε κάτι τότε μπορεί ακόμη και να χάσει την ζωή του γιατί είναι πολύ επικίνδυνος για να ζει. Πάλι αν η διαταραξη της ισορροπίας είναι μικρότερη τότε μπορεί να την γλιτώσει με ταλαιπωρίες και στερήσεις.
Συμβαίνει αυτό και στην καθημερινή μας ζωή; Σίγουρα. Ο Σενέκας είπε ότι μεγάλα διαστήματα μικρής δυστυχίας μπορεί να αντισταθμιστούν με μικρά διαστήματα μεγάλης ευτυχίας ή και το αντίθετό. Η ζωή είναι ένας τροχός που γυρίζει και μας φέρνει ίσες δυστυχίες και ευτυχίες. Άλλες μεγαλύτερες, άλλες μικρότερες, άλλες που διαρκούν πολύ άλλες, που διαρκούν λίγο.
Τι είναι δικαιοσύνη; Ότι γίνεται για επανέλθει η ισορροπία στον κόσμο. Μπορεί να εφαρμοστεί είτε ως τιμωρία είτε ως ανταπόδωση είτε ώς οτιδήποτε άλλο που όμως έχει ως στόχο την διατήρηση των ισορροπιών. Έτσι το να αποδίδεις στους ίσους ίσα και στους άνισους άνισα είναι δίκαιο γιατί διατήρει την ισορροπία.
Αφού έχουμε εξηγήσει σε γενικές γραμμές πως μπορούμε να συλλάβουμε την έννοια της δικαιοσύνης θα προσπαθήσουμε να αναλογιστούμε την έκφανση της δικαοσύνης όπως διαφαίνεται στον ποινικό κώδικά.
Πως μπορούμε να ορίσουμε το έγκλημα; Αν υποθέσουμε ότι είμαστε σε μια δημοκρατική κοινωνία, όπου οι νόμοι πρέπει να συμβαδίζουν με την δικαιοσύνη, τότε πως μπορούμε να πούμε τι είναι έγκλημα και τι όχι; Αν υποθέσουμε ότι κάποιος κλέβει από τους πλούσιους και τα δίνει στους φτωχούς, σαν τον Ρομπέν των Δασών, τότε αυτός είναι κλέφτης ή ευεργέτης;
Με βάσει το τωρινό νομοθετικό σύστημα θα ήταν εγκληματίας και θα έπρεπε να δικαστεί. Κι όμως αυτός ο άνθρωπος το μόνο που κάνει είναι να επαναφέρει την ισορροπία μεταξύ πλουσίων και φτωχών άρα κατά συνέπεια οι πράξεις του είναι δίκαιες. Στο κάτω κάτω ο πλούσιος δεν έχει ανάγκη τα χρήματα που του έκλεψαν, αφού είναι πλούσιος και ο φτωχός που τα παίρνει στο τέλος είναι αυτός που τα έχει περισσότερο ανάγκη.
Είναι δίκαιο να εναντιωνόμαστε στην εξουσία; Σύμφωνα με τους νόμους είναι νόμιμο μέχρι στο σημείο που η εξουσία μένει αλώβητη. Με τις διαδηλώσεις και τις διαμαρτυρίες ναι μεν δείχνουμε την δυσαρέσκειά μας για την εξουσία αλλά στην πραγματικότητα δεν πετυχαίνουμε τίποτα διότι καμία εξουσία δεν λαμβάνει υπόψη της την δυσαρέσκεια των διαδηλωτών. Όταν όμως αυτή η δυσαρέσκεια χρησιμοποιήσει πιο δραστικά μέτρα, τότε γίνεται αυτόμάτως τρομοκρατική και κατά συνέπεια παράνομη. Είναι όμως δίκαιο εφόσον αυτή η εξουσία δεν εκφράζει τον λαό αλλά αντίθετα κυβερνά βάσει των δικών της συμφερότων. Το πολύτεχνείο στην Ελλάδα, Η Ε.Ο.Κ.Α στην Κύπρο, οι αστοί στην Γαλλική Επανάσταση ήταν νομικά παράνομοι αλλά εν τούτοις ο σκοπός τους ήταν πέρα για πέρα δίκαιος για τον λόγο ότι με τις πράξεις τους προσπαθούσαν να επαναφέρουν την ισορροπία που είχε κλονιστεί.
Πότε η αφαίρεση της ζωής είναι δίκαιη και πότε όχι; Είναι ο φόνος στον πόλεμο δίκαιος; Είναι η θανατική ποινή δίκαιη; Εξαρτάται πάντα από την ισορροπία που τηρήται και αν ο φόνος εξυπηρετεί αυτήν την ισορροπία.
Υπάρχει δίκαιος πόλεμος; Λογικά θα έπρεπε να υποστηρίξουμε το γεγονός ότι εφόσον διατηρεί τις ισορροπίες τότε είναι και ο πόλεμος δίκαιος είτε επιθετικός είτε αμυντικός. Όμως θα έπρεπε να διακαιολογήσουμε και τον πόλεμο στο Ιράκ, ο οποίος δεν έγινε για τους σκοπούς που ανακοίνωσε το πεντάγωνο αλλά για να διατηρήσει την ισορροπία στην παραγωγή πετρελαίου στο Ιράκ. Γιατί όμως δεν τον δικαιολογούμε; Διότι κανένας πόλεμος (αν και γίνεται με σκοπό να τηρηθεί η ισορροπία) δεν διατηρεί την ισορροπία. Μετά το τέλος του πολέμου η πλάστιγγα γέρνει προς το μέρος του νικητή χαλώντας ακόμη περισσότερο την ισορροπία.
Είναι ο φόνος στον πόλεμο όμως δίκαιος; Είναι και δεν είναι. Ειδικά στον πόλεμο δεν ισχύει η δικαιοσύνη. Εκεί οι ισορροπίες έχουν κλονιστεί τόσο που δεν υπάρχει περίπτωση να βρούμε δικαιοσύνη στον πόλεμο. Σε κάθε πόλεμο υπάρχει μόνο μια επιλογή: Να σκοτώσεις ή να σκοτωθείς. Δεν μπορούμε λοιπόν να καταλογίσουμε αδικία σε κάποιον που θέλει να σώσει την ζωή του ακόμη και αν έχει σκοτώσει για να την σώσει ούτε σε εκείνον που προτιμά να πεθάνει παρά να αφαιρέσει τη ζωή κάποιου άλλου. Ο πόλεμος είναι, δυστυχώς μια κατάσταση που κάθε ίχνος δικαιοσύνης εξαφανίζεται.
Είναι η θανατική ποινή δίκαιη; Εφόσον επαναφέρει τις ισορροπίες. Αλλά πότε μια θανατική ποινή επαναφέρει τις ισορροπίες; Σίγουρα η θανατική ποινή είναι δίκαιη όταν ο ένοχος είναι υπερβολικά επικίνδυνος για την υπόλοιπη κοινωνία. Επειδή το έγκλημα ως αδικία και όχι ως παρανομία είναι τρόπος για να κλονίστουν οι ισορροπίες τότε όταν κάποιος ειναι υπερβολικά επικίνδυνος για τις ισορροπίες τότε πρέπει να θανατώνεται.
Πότε ένας άνθρωπος είναι επικίνδυνος για τις ισορροπίες; Θεωριτικά ακόμα κι ένας πανέξυπνος άνθρωπος θα μπορούσε να αποτελέσει κίνδυνο για τις ισορροπίες. Σκεφτείτε ότι ο Άινστάιν βοήθησε στην κατασκευή της ατομικής βόμβας και στον θάνατο χιλιάδων ανθρώπων και την καταστροφή δύο πόλεων. Αν κάποιος σκότωνε τον Άινστάιν τώρα δεν θα μιλούσαμε για Χιροσίμα και Ναγκασάκι.
Εντούτοις τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά στην πραγματικότητα. Ο Άινστάιν ήταν κίνδυνος για την ισορροπία αλλά όχι τόσο πολύ. Όταν μιλάμε για υπερβόλικα επικίνδυνους ανθρώπους μιλάμε για ψυχικά διαταραγμένους serial killers που σκοτώνουν ανεξέλεγκτα, μαζικά και χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Αν κάποιος φόνος, σε καιρό ειρήνης, εχει έστω και ένα από αυτά τα χαρακτιριστικά τότε ο ένοχος, και εφόσον είναι ένοχος πέρα κάθε αμφισβήτησης, πρέπει να καταδικάζεται σην θανατική ποινή.
Στο θέμα της θανατικής ποινής τίθεται και ένα μεγάλο ερώτημα. Πότε η τιμωρία (μιας και σε νομικό επίπεδο η απονομή δικαιοσύνης ταυτίζεται με την τιμωρία) είναι δίκαιη και πότε όχι; Ποια είναι τα κριτήρια που πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν για να καταλήγουμε σε δίκαιες ποινές;
Πρώτον πρέπει να οι ποινές να αποφασίζονται από αντικειμενικούς, ανεξάρτητους από το έγκλημα ανθρώπους. Αν υποθέσουμε ότι η τιμωρία προερχόταν από το ίδιο το θύμα ή στην αντίθετη περίπτωση από τον ίδιο τον δράστη τότε η ποινή ή θα ήταν υπερβολικά αυστηρή είτε υπερβολικά επιεικής.
Για να είναι μια ποινή δίκαιη πρέπει να λαμβάνει υπόψη της την κάθε περίπτωση ξεχωριστά ανεξάρτητα από το τι προβλέπει ο νόμος. Πρώτον διότι ο ίδιος ο νόμος μπορεί να μην είναι δίκαιος και δεύτερον γιατί η κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή και είναι αδύνατον ο νόμος να έχει προβλέψει ξεχωριστή ποινή για κάθε μια περίπτωση.
Για παράδειγμα αν κάποιος πολύ φτωχός κλέψει από έναν πολύ πλούσιο ένα πολύ μικρό ποσό, τότε αν και ο νόμος θα προβλέπει κάποια τιμωρία, το δίκαιο θα ήταν να κρατήσει ο φτωχός τα κλοπιμαία διότι έτσι μπορεί κάπως να κρατήσει την ισορροπία. Πάλι αν κάποιος που δεν έχει ανάγκη από χρήματα, παει και ληστέψει από μια φτωχή γριούλα τις οικονομίες μιας ζωής τότε ο ένοχος πρέπει να καταδικαστεί με ποινή πολύ υψηλότερη από αυτή που ίσως να προβλέπει ο νόμος.
Πολύ περισσότερο θα βρούμε αδικίες νόμιμες και παράνομα δίακια αν αναλογιστούμε την καθημερινή μας ζωή. Είναι δίκαιο να τρώμε και να χορταίνουμε εμείς και κάποιοι άλλοι να πεθαίνουν από την πείνα; Μπορεί να μην είναι δίκαιο αλλά σίγουρα είναι νόμιμο. Είναι δίκαιο να πεθαίνουν εντεκάχρονα παιδιά επειδή δεν βρίσκεται το κατάλληλο μόσχευμα; Όχι αλλά είναι νόμιμο. Είναι δίκαιο κάποιοι να ζουν βασιλικά εκμεταλλευόμενοι κάποιους άλλους; Όχι αλλά γίνεται συνέχεια.
Όμως, όσο παράξενο κι αν ακούγεται, πάντα η δικαιοσύνη βρίσκει τρόπο να αποδοθεί και να επαναφέρει τις ισορροπίες. Ότι κακό μας συμβαίνει μπορεί να ερμηνευτεί με δύο τρόπους. Ως μια αδικία που ταράζει τις ισορροπίες είτε ως μια πράξη δικαιοσύνης που επαναφέρει την ισορροπία. Το ίδιο συμβαίνει και με ότι καλό μας συμβαίνει. Το σίγουρο είναι ένα: Στο τέλος η ισορροπία αποκαθίσταται.

Thursday, January 17, 2008

Ο Ηρώδης

Η σχέσεις μου με τα μωρά έχει τρεις πτυχές, δηλαδή μπορώ να αντιδράσω με τρεις διαφορετικούς τρόπους απέναντι σε ένα μωρό. Αντίδραση πρώτη: "Τι καλό μωρό που είναι!". Μου συμβαίνει όταν ένα μωρό είναι καλό, γλυκό και ήσυχο ή όταν κάνει τα γλυκά, ας τα πούμε κόλπα του, στους μεγάλους. Σε αυτή την περίπτωση γελώ και χαίρομαι με την παιδική αφέλεια και γλυκύτητα του μωρού και δεν υπάρχει απολύτως κανένα πρόβλημα. Είναι η περίπτωση του μωρού - αγγέλου. Αντίδραση δεύτερη: "Τον Ηρώδη, τον ξέρεις;" ή η περίπτωση του μωρού - διαβόλου. Όταν το μωρό κλαίει, οδύρεται, χτυπιέται στο πάτωμα ή όταν κυπριστί "αππώνεται" και κάνει του κόσμου τις μ.... χωρίς αυτές να διαθέτουν την προηγούμενη γλυκύτητα. Τότε το πρώτο πράγμα που κάνω είναι να δαγκώσω τα χείλη μου για να κρατηθώ και αρχίσω να το κόβω κομματάκια κομματάκια όπως σε πολλά θρίλερ. Ευτυχώς (για εκείνα) προς το παρόν δεν σκότωσα κανένα. Αντίδραση τρίτη: όταν με κοιτάζει κάποιο μωρό χωρίς να κάνει τίποτα. Εκείνη την ώρα το μόνο πράγμα που θέλω είναι να χτυπήσω το κεφάλι μου στον τοίχο μέχρι να σπάσει (το κεφάλι όχι ο τοίχος). Είναι επειδή ανακαλύπτω την παιδική αθωότητα και αγνότητα (αγγλιστί purity) την οποία δυστυχώς έχουμε χάσει. Εκείνη την στιγμή νιώθω τόσο άγριος, τόσο κακός που φοβάμαι τον εαυτό μου. Νιώθω ότι κάπου στην πορεία έκανα κάποιο λάθος και έγινα έτσι. Λυπάμαι που δεν κατάφερα να κρατήσω αυτή την αθωότητα μέσα μου. Αλλά τώρα δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Λυπάμαι που όλοι είμαστε κακοί και άγριοι και εξακολουθούμε να ζούμε έτσι. Νιώθω ότι η κοινωνία μας, τόσο σε γενικό όσο και σε ατομικό επίπεδο είναι μια κοινωνία λύκων που γεννούν ανθρώπους που μετατρέπονται σε λύκους. Λυπηρό. Αλλά ευτυχώς κανένα συναίσθημα λύπης δεν κρατάει πολύ.

Wednesday, January 2, 2008

Φιλοσοφία και Ευτυχία

Αυτό το δημοσίευμα (βρήκα επιτέλους την σωστή λέξη) θα είναι το πιο σύντομο από όλα. Άλλωστε δεν έχει σκοπό να αναπτύξει τίποτα. Απλά να εκφράση μια θέση. Η θεωρητική πλευρά της φιλοσοφίας στοχεύει στην αλήθεια. Η πρακτική στοχεύει στην ευτυχία. Κατά συνέπεια όποιος κατέχει (η πιστεύει ότι κατέχει) κάποια (οποιαδήποτε) αλήθεια δεν μπορεί να φιλοσοφήσει, όπως και κανένας ευτυχισμένος δεν μπορεί να φιλοσοφήσει. Ο φιλόσοφος, για να μπορεί να φιλοσοφήσει πρέπει πρώτα να μην ξέρει καμία αλήθεια και να μην είναι ευτυχισμένος. Για αυτό κάθε φορά που είμαι μαζί της σταματάει κάθε φιλοσοφική σκέψη μου. αυτός ήταν ο λόγος που έχω τόσο καιρό να γράψω στο Blog. Ποιος ο λόγος να σκεφτείς οτιδήποτε όταν είσαι ευτυχισμένος;

Οι Μεγάλες Αλλαγές

Ήρθε το ευρώ και σε μας. Μεγάλο γεγονός, μεγάλη αλλαγή σε σημείο που θα αλλάξει τις ζωές μας. Πριν την έλευσή του ο ντόρος που δημιουργήθηκε ήταν τεράστιος. Μια ολόκληρη μηχανή στήθηκε πίσω από το ευρώ για να μας κάνει να το δεχτούμε ευκολότερα, ο κρατικός μηχανισμός έβαλε τα δυνατά του και όλοι μαζί ανυπομονούμε να δεχτούμε αυτό το νόμισμα και να πλησιάσουμε κι άλλο την Ε.Ε. Θα είναι καλό ή κακό; Θα μας ωφελήσει ή θα μας βλάψει; Οι οικονομικοί αναλυτές λένε ότι θα βοηθήσει την οικονομία και τις επενδυσεις να αναπτυχθούν περισσότερο. Οι πολίτες των άλλων χωρών λένε ότι με το ευρώ τα πράμγα χειροτέρεψαν γιατί ανέβηκαν οι τιμές. Από το 2002 οι συζητήσεις για το ευρώ δινουν και παίρνουν και πέντε χρόνια μετά ακόμη να κοπάσουν. Αλλά για μας θα είναι μια τεράστια αλλαγή.
Αλλά σήμερα το πρωί, την επόμενη μέρα δηλαδή, σηκώθηκα να πάω στο φούρνο και πλήρωσα με ευρώ που προμηθεύτηκα από την ΑΤΜ. Και καθώ πήγαινα πίσω στο σπίτι μου αντιλήφθηκα ότι τελικά δεν υπήρχε καμία μεγάλη αλλαγή. Κάνω ότι έκανα όλες τις προηγούμενες μέρες του χρόνου και ότι θα κάνω και το 2008. Που βρίσκεται λοιπόν η μεγάλη αλλαγή; Μήπως άλλαξε ο κόσμος; μήπως δεν εξακολουθεί να γυρίζει στην ίδια ακριβώς φορά που γυρίζει τα τελευταία εκατομμύρια χρόνια; Μήπως δεν είμαστε οι ίδιοι άνθρωποι που ζούσαμε και το 2007; Μήπως τελικά η μεγάλη αλλαγή ήταν που αντί να δίνω ένα χαρτί τώρα θα δίνω ένα κέρμα; Η που η τιμή στο σαμπουάν θα είναι σε ευρώ;
Ας θυμηθούμε και το 2004 όταν ενταχθήκαμε στην Ευρώπη. Η μεγάλη, κοσμοιστορική αλλαγή που θα γραφόταν στην ιστορία. Και τώρα τρία χρόνια μετά τι καταλάβαμε; Πάλι οι ίδιοι άνθρωποι δεν είμαστε; Άλλαξε τίποτα στην χώρα μας; Είμαστε ακριβώς οι ίδιοι άνθρωποι με τις ίδιες επιθυμίες και αδυναμίες.
Τώρα έχουμε εκλογές και βλέπω τους υποψηφίους για την προεδρία. Και σκέφτομαι τι θα αλλάξει αν βγει κάποιος από αυτούς; Θα γίνει τίποτα το διαφορετικό; Την τελευταία δεκαετία που αλλάξαμε δύο κυβερνήσεις άλλαξε τίποτα στον τόπο; Άλλαξε καθόλου οι κοινωνία, εμείς οι ίδοι; Μπορεί να αλλάξαν οι πολιτικές γραμμές αλλά για αυτό δεν χρειάζονται εκλογές για να αλλάξουν.
Τελικά που βρίσκεται η μεγάλη αλλαγή; Που βρίσκεται η μέρα που θα ξημερώσει και θα είναι μια νέα μέρα για όλους. Τελικά η μεγάλη αλλαγή δεν έρχεται από την μια μέρα στην άλλη αλλά τόσο σταδιακά και ανεπαίσθητα που ούτε και εμείς οι ίδιοι δεν καταλαβαίνουμε. Αρκεί μόνο να δούμε πως ήμασταν πριν δέκα χρόνια και πως είμαστε σήμερα.